Το χωριό για το οποίο γίνεται λόγος είναι κτισμένο με ένα αρκετά χαρακτηριστικό δομικό σύστημα, το οποίο όπως και στους περισσότερους παραδοσιακούς οικισμούς, διαμορφώθηκε κατά βάση από τις ανάγκες και την εμπειρία των κατοίκων, χωρίς δηλαδή σχεδιασμό.
Η Καστάνιανη είναι ένα μαστοροχώρι, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι η κύρια ενασχόληση των κατοίκων (ανδρών) ήταν ενίοτε η τέχνη της πέτρας και η οικοδομική. Παράλληλα, κυρίαρχες ήταν και η γεωργική καλλιέργεια με την κτηνοτροφία, εργασίες με τις οποίες ασχολούνταν και οι γυναίκες. Αυτές οι τρεις μεταβλητές είχαν άμεσο αντίκτυπο στον καθορισμό των αρχιτεκτονικών μορφών των κτηρίων. Ο επικρατέστερος τύπος είναι ο διώροφος, όπου στο χαμηλότερο επίπεδο φυλάσσονταν τα ζώα και υπήρχε η επονομαζόμενη “μπίμπσα” , ένα μικρό κελάρι. Στον υψηλότερο επίπεδο ήταν οι υπόλοιποι χώροι, δηλαδή αυτοί της διημέρευσης και της διανυκτέρευσης, δηλαδή τα υπνοδωμάτια. Η ανάγκη αυτή της ταυτόχρονης συνύπαρξης των ζώων και των ανθρώπων στο ίδιο κτίσμα, είναι εκείνη που οδήγησε στη διώροφη αυτή διαμόρφωση. Σημειώνεται ότι σπανιότερη είναι η περίπτωση κατά την οποία μία αμιγής κατοικία συνυπάρχει με ένα δεύτερο κτίσμα βοηθητικών χώρων, γεγονός το οποίο επαληθεύεται με τη διώροφη αυτή διαμόρφωση, η οποία και επικρατεί τυπολογικά.
Σημαντικό να αναφερθεί είναι το γεγονός ότι η απόδοση ενός τύπου δεν είναι ανεξάρτητη και από το ίδιο το περιβάλλον στο οποίο δημιουργείται και εξελίσσεται. Η Καστάνιανη είναι εγκατεστημένη σε ένα έδαφος με έντονη κλίση, γεγονός το οποίο άμεσα συσχετίζεται με τον κυρίαρχο τύπο. Έτσι, πολλές φορές το χαμηλότερο επίπεδο εμφανίζεται υπόγειο ή ημιυπόγειο, ενώ σε περιπτώσεις όπου το έδαφος είναι οριζόντιο έχουμε το χαμηλότερο επίπεδο στο ισόγειο και την κατοικία στον όροφο με είσοδο μέσω εξωτερικής κλίμακας.
Η κλίση του εδάφους, το υψόμετρο αλλά και η άμεση συνύπαρξη με το δάσος και τα ρέματα όρισαν επίσης τον χαρακτήρα των κτιρίων. Παρατηρείται και διαπιστώνεται ότι συχνά οι βορινές όψεις είναι εξ' ολοκλήρου κλειστές ή με πολύ μικρά ανοίγματα, κάτι το οποίο οφείλεται κυρίως στους ισχυρούς ανέμους που επικρατούν και στο κρύο που προκύπτει ανάμεσα από τους τρεις λόφους, όπου αναπτύχθηκε ο τρέχων οικισμός. Το γεγονός αυτό συναντάται εκτεταμένα στον οικισμό και πολλές φορές παρατηρούνται και κλειστές όψεις προς το δρόμο λόγω των παραπάνω φαινομένων. Τα κτίρια προσανατολίζονται προς την νοτιοδυτική εσωτερική αυλή τους, δημιουργώντας και κάποια δημόσια πλατώματα εισόδου.
Είναι ωστόσο, γεγονός ότι πλέον η κατανομή των παραπάνω λειτουργιών διαφοροποιείται μιας και η κτηνοτροφία έχει μειωθεί αισθητά, γεγονός το οποίο οδηγεί στην ανάγκη για διαχωρισμό του χώρου κατοικίας με αυτού της αποθήκευσης και της φύλαξης των ζώων. Έτσι, τα διώροφα κτίρια μετατρέπονται σε αμιγείς κατοικίες, μεταφέροντας τα υπνοδωμάτια σε έναν από τους δύο ορόφους και τους χώρους διημέρευσης στον άλλο. Φαίνεται έτσι πώς ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχει άμεση σχέση με τις αλλαγές και την εξέλιξη των οικισμών. Είναι αυτός που θα οδηγήσει στην εμφάνιση νέων όγκων κοντά στα κτίρια που παραλαμβάνουν πλέον τις δευτερεύουσες αυτές ανάγκες, κάτι το οποίο παλαιότερα ήταν προνόμιο των οικονομικά ευκατάστατων.