Ποταμίδα

Διερεύνηση Αρχιτεκτονικής Τυπολογίας

Ενετικό συγρότημαΕνετικό κτίσμαΚτίσμα της δεκαετίας του 1910.Χαρακτηριστικός μορφολογικός τύπος τρίτης περιόδου (γωνιακό υποστύλωμα σε όροφο).Χαρακτηριστικός μορφολογικός τύπος τρίτης περιόδου (γωνιακό υποστύλωμα σε ισόγειο).Κτίριο υπό ανέγερση. Παρουσία δεύτερου ορόφου.Κτίριο της τελευταίας δεκαετίας.

Προσεγγίζοντας το ζήτημα της τυπολογίας, επιχειρήσαμε μια πρώτη κατηγοριοποίηση των κτιρίων με βάση την περίοδο της κατασκευής τους καταλήγοντας στις ακόλουθες: Ενετοκρατία, τέλη 19ου έως τη δεκαετία του 30, η περίοδος 1930-1980, 1980- σήμερα.

Όσον αφορά τα κτίρια της Ενετοκρατίας, πρόκειται για ισόγεια και διώροφα κτίσματα και κτιριακά συγκροτήματα (Φάμπρικα και συγκρότημα με καμάρες). Τα περισσότερα είναι μη προσβάσιμα, ιδιαίτερα το εσωτερικό τους και έχουν καταρρεύσει σε μεγάλο βαθμό, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να εξάγουμε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα για την κάτοψή τους. Όσον αφορά τα οικοδομικά τους χαρακτηριστικά, πρόκειται για λιθοδομή με μεγάλους λαξευτούς γωνιόλιθους, λαξευτή διαμόρφωση της περιμέτρου των ανοιγμάτων, οξυκόρυφες καμάρες και ξύλινα πατώματα. Τα ανοίγματα είναι ορθογωνικά με ξύλινα κουφώματα και πολλά εμφανίζουν ανακουφιστικό λίθινο χαμηλό τόξο πάνω από το ανώφλι (π.χ. Κρυφό Σχολειό και Παρθεναγωγείο), ενώ εντοπίζονται πόρτες με τοξωτό υπέρθυρο, όπως στη Φάμπρικα και στο συγκρότημα με τις καμάρες. Τέλος, σε ορισμένα κτίρια υπάρχει λαϊνοθέστρα και μαστραπάς, όπως στο Παρθεναγωγείο και στο Κρυφό Σχολειό. Το πιθανότερο είναι τα κτίρια αυτά να μην ήταν επιχρισμένα εξωτερικά.

Τα κτίρια της περιόδου από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι το 1930 είναι κυρίως ορθογώνια ισόγεια κτίρια με φέροντα οργανισμό από λιθοδομή και δίριχτη ή τετράριχτη στέγη με κεραμίδια. Τα ανοίγματα είναι ορθογωνικά και εμφανίζονται γαλλικά σκούρα. Και σε αυτή την περίοδο στο εσωτερικό των περισσότερων κτιρίων υπάρχουν συστηματικά λαϊνοθέστρες και φυσικά ο μαστραπάς. Τα κτίρια αυτά έχουν δεχτεί, κατά τις επόμενες δεκαετίες, έντονες επεμβάσεις που αφορούν τόσο τις προσθήκες κατ’ επέκταση και καθ’ ύψος όσο και τα επιχρίσμτα στην εξωτερική τοιχοποιία.

Κατά τη χρονολογική περίοδο 1930-1980 πέρα από τις σημαντικές και έντονες επεμβάσεις και προσθήκες στα παλαιότερα υφιστάμενα κτίσματα, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, κτίζονται αρκετά νέα κτίρια, τα οποία όμως δεν μπορούμε να ομαδοποιήσουμε ή να εντάξουμε σε συγκεκριμένη τυπολογία. Γενικά, εμφανίζονται ισόγειοι και διώροφοι όγκοι με ορθογωνικές κατόψεις ή κατόψεις σχήματος “Γ”, με φέρονται οργανισμό από οπλισμένο σκυρόδεμα και τοίχους πλήρωσης από οπτοπλινθοδομή ή τσιμεντόλιθους, συνήθως επιχρισμένα. Η στέγαση γίνεται με οριζόντιο δώμα, ή τετράριχτες στέγες. Τα ανοίγματα είναι ορθογωνικά με διαφορετικών ειδών κουφώματα (μεταλλικά, γαλλικά, αλουμινίου). Ένα χαρακτηριστικό στοιχείο που παρατηρούμε συχνά στον οικισμό και χαρακτηρίζει τα κτίσματα της εποχής του 1960 αποτελεί ο ημιυπαίθριος χώρος με γωνιακό υποστύλωμα είτε στο ισόγειο είτε στον όροφο των κτιρίων. Συνήθως πρόκειται για την είσοδο της κατοικίας και εγγράφεται στον κτιριακό όγκο. Επίσης, οι εξωτερικοί χώροι συχνά διαμορφώνονται με πέργκολες, επί το πλείστον μεταλλικές. Τέλος, στα περισσότερα διώροφα κτίρια, η πρόσβαση στον όροφο γίνεται με τη χρήση εξωτερικές σκάλας.

Όσο, δε, αφορά τις προσθήκες (συνήθως σε αρχική πέτρινη κατασκευή) εμφανίζονται τόσο καθ’ ύψος όσο και κατ’ επέκταση, άλλοτε από σκυρόδεμα και οπτοπλινθοδομή και άλλοτε από λιθοδομή.

Από το 1980 μέχρι σήμερα κατασκευάστηκε μικρός αριθμός κτιρίων με σύγχρονες κατασκευαστικές μεθόδους, που δεν παρουσιάζουν κοινά μορφολογικά στοιχεία, ούτε με τα κτίρια των προηγούμενων περιόδων, αλλά ούτε και μεταξύ τους αλλοιώνοντας ακόμα περισσότερο τη συνοχή του οικισμού. Αρκετά από αυτά παραμένουν στα πρώτα στάδια της κατασκευής ή έχουν ολοκληρωθεί μερικώς, ενώ για πρώτη φορά κάνει την εμφάνιση του ο δεύτερος όροφος.

Συνοψίζοντας, θα λέγαμε πως δεν είναι δυνατόν να προκύψουν συμπεράσματα για την αρχιτεκτονική τυπολογία του οικισμού της Ποταμίδας. Αυτό οφείλεται στην μη δυνατότητα συστηματικής μελέτης των οικοδομικών φάσεών τους, στην κακή κατάσταση και εγκατάλειψη των λιγοστών πια ενετικών κτισμάτων, στις έντονες και ετερόκλητες επεμβάσεις που έχουν υποστεί τα κτίρια της λαϊκής αρχιτεκτονικής από λιθοδομή των τελευταίων αιώνων μέχρι και τις αρχές του 20ου , αλλά και στο γεγονός πως τα πιο σύγχρονα κτίρια (μετά την δεκαετία του ’80) δεν παρουσιάζουν καμία ομοιογένεια. Ωστόσο, υπάρχουν μορφολογικά στοιχεία που δεν επαναλαμβάνονται σε όλη την έκταση του οικισμού, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το γωνιακό υποστύλωμα της περιόδου του 60’.