Γενική Παθολογία Κτισμάτων
Η Σαντορίνη γενικά αλλά και συγκεκριμένα η Οία πέρασε πολλά καταστροφικά καιρικά φαινόμενα στους αιώνες της ιστορίας της με πιο πρόσφατο τον σεισμό του 1956. Ο Σεισμός αυτός κατέστρεψε σε πολύ μεγάλο βαθμό τον οικισμό, θέτοντας στον μη κατοικήσιμο για πολύ καιρό. Μετά το '56 ήταν πολύ λίγοι οι κάτοικοι που έμειναν στον οικισμό. Αυτό αποτέλεσε ακόμα μεγαλύτερο πλήγμα για τα κτήρια, εφόσον χωρίς καμιά συντήρηση προφανώς χειροτερεύει η κατάστασή τους.
Κοιτώντας τα ερείπια και τα γκρεμισμένα κτήρια στην περιοχή των Καπετανόσπιτων, βλέπουμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχουν δωμάτια των κατοικιών των οποίων οι τοίχοι και οι στέγες αποκόπηκαν από το υπόλοιπο σώμα και κατέρρευσαν. Σ' αυτές τις περιπτώσεις απομένουν είτε τοίχοι να εξέχουν από το όριο του δωματίου , είτε το χαμηλότερο μέρος των τοίχων μέχρι τα πρέκια, είτε η μισή οροφή ακυρωμένοι στους δύο τοίχους που σχηματίζουν γωνία.
Ακόμα και στους τοίχους που δεν έχουν γκρεμιστεί εμφανίζονται σημαντικές ρωγμές. Οι ρωγμές αυτές είναι είτε κατακόρυφες, είτε διαγώνιες, είτε κατά περιπτώσεις οριζόντιες. Αρχικά, οι κατακόρυφες ρωγμές συναντώνται συνήθως εκεί όπου ο κατακόρυφος τοίχος δεν συγκρατείται πια από τη στέγη, γιατί αυτή είναι μισογκρεμισμένη. Σε περιπτώσεις σεισμού οι θολοειδείς στέγες προκαλούν πλάγιες ωθήσεις και σε πολλές περιπτώσεις τα φορτία δεν αναλαμβάνονται από τα κατακόρυφα στοιχεία με αποτέλεσμα να αστοχούν. Επομένως, οι κατακόρυφες ρωγμές είτε έχουν ως αιτία την αστοχία στο σεισμό είτε είναι μεταγενέστερη η παρουσία τους , λόγω έλλειψης ελκυστικών δυνάμεων από την οροφή. Σε κάποια από τα ερείπια παρατηρείται και η χρήση μεταλλικών ελκυστήρων για να μετριασθεί το φαινόμενο.
Οι διαγώνιες ρωγμές εμφανίζονται στην επιφάνεια των κατακόρυφων στοιχείων και σε πολλά σημεία οφείλεται στην αστοχία του πρεκιού ή του ανακουφιστικού τόξου πάνω από τα ανοίγματα. Είναι αξιοσημείωτο να αναφερθεί ότι λόγω της τόσο καλής ικανότητας σύνδεσης των υλικών με τη χρήση άσπας, οι κατασκευές πολλές φορές παρέβλεπαν τους κανόνες του φέροντος οργανισμού. Αντιπροσωπευτικό είναι και ένα παράδειγμα (που μάλλον επαναλαμβάνεται σε κατασκευές του οικισμού) όπου στη γένεση του θόλου, στη γωνία όπου κανονικά θα τοποθετούνταν στήριξη, γίνεται άνοιγμα. Υπάρχει μια ρωγμή που ακολουθεί την πορεία του θόλου και καταλήγει στο πρέκι αυτού του ανοίγματος και καταδεικνύει την αστοχία της κατασκευής.
Οι οριζόντιες ρωγμές, που εμφανίζονται στο ψηλότερο μέρος των κτηρίων συνήθως έχει ως πιθανότερη αιτία τη διάβρωση λόγω υγρασίας. Εξαιτίας της εγκατάλειψης των κατοικιών και της μη συντήρησής τους, αφημένα στις καιρικές συνθήκες χωρίς καμιά προστασία, τα κτήρια χάνουν το εξωτερικό επίχρισμά τους με αποτέλεσμα να προσβάλλεται ο δομικός τοίχος από υγρασία, και αφού αποτελείτε σε μεγάλο βαθμό από την ελαφρόπετρα της περιοχής αυτό σημαίνει ότι προσλαμβάνει αρκετή υγρασία. Έτσι, και το συνδετικό κονίαμα μπορεί να αποχωρεί από την κατασκευή και ο τοίχος να χωρίζεται σε οριζόντιες ενότητες όπου διακόπτεται οι σύνδεση της κατακόρυφης λιθοδομής.
Ταυτόχρονα, η προσβολή του κτηρίου με υγρασία εμφανίζεται και σε πολλά σημεία στο εσωτερικό. Βλέπει κανείς σκασμένο επίχρισμα, προσβεβλημένο από υγρασία, τόσο σε κατακόρυφους τοίχους, σπάνια φτάνει και εξαπλώνεται στον θόλο, ενώ το πάτωμα, σε χώρους προς το εξωτερικό, εμφανίζει ίχνη από υγρασία. Τυχαίνει επίσης να εμφανίζεται βλάστηση και σε κατακόρυφα στοιχεία εξαιτίας της τόσο μεγάλης συγκέντρωσης υγρασίας στο πάχος ενός τοίχου.
Στην περιοχή της καλντέρας, για τους ίδιους λόγους εμφανίζονται τα ίδια προβλήματα μόνο που σ' αυτή την περίπτωση επειδή είναι μονόχωρα τα κτίσματα και εντός του βράχου, είτε θα θαφτούν ξανά μέσα στο βράχο εάν ο “φέρον οργανισμός” τους αστοχήσει, δηλαδή εάν υποχωρήσει η γη. Ωστόσο τα υπόσκαφα κτήρια είναι πολύ περισσότερο ευπρόσβλητα στην υγρασία. Και η καλντέρα, πριν την τόσο μεγάλη ανάπτυξη που αντιμετωπίζει σήμερα, ερχόταν αντιμέτωπη με τις καιρικές συνθήκες, και πάλι χωρίς καμιά συντήρηση.
Σε αντίθεση όμως με τα καπετανόσπιτα, τα σπίτια στην καλντέρα, λόγω της μεγάλης τους αξίας έχουν αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό. Η λογική αποκατάστασης ωστόσο, ακολουθεί τα σημερινά πρότυπα και αυτό ίσως έχει συνέπειες στο χρόνο, αφού οι κατοικίες αυτές είχαν κατασκευαστεί σαν ένας οργανισμός που ζει και αναπνέει μέσα από τις ιδιότητες των υλικών κατασκευής που πηγάζουν από τη γη και το περιβάλλον όπου κατασκευάζονταν.
Προφανώς όλα τα μικρότερης κλίμακας κατασκευαστικά στοιχεία λόγω της εγκατάλειψης των κτισμάτων έχουν καταστραφεί σε μεγάλο βαθμό.
Συνοψίζοντας, οι παράγοντες που οδήγησαν στην σημερινή κατάσταση είναι ο ίδιος ο σεισμός του '56, η εγκατάλειψη του οικισμού και λόγω της καταστροφής και λόγω του οικονομικού μαρασμού του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα και λόγω του τόσο υγρού περιβάλλοντος που χρειάζεται τακτική συντήρηση. Εν τούτοις, είναι σημαντικό να αναφερθεί σ' αυτό το σημείο η ανορθολογική κατασκευαστική διαδικασία που ακολουθούνταν. Είναι γνωστό πως η θηραϊκή γη έχει εξαίρετες ικανότητες και οι κατασκευές αποτελούν “στατικά θαύματα”, ωστόσο, ίσως αν ο φέρον οργανισμός ήταν λίγο πιο προσεγμένος, η διάρκεια ζωής των κτισμάτων να ήταν μεγαλύτερη. Υπάρχουν περιπτώσεις κατασκευής κτηρίων σε πολλαπλά επίπεδα, κατά της οποίες δεν χρησιμοποιείται συνεχόμενος κατακόρυφος φέροντας οργανισμός, ή δημιουργούνται ανοίγματα σε σημεία πιο ευαίσθητα από στατικής άποψης (άνοιγμα στη γωνία του σταυροθολίου της οροφής, για πρόσβαση στο πατάρι από πάνω), ή οι πέτρες των κάθετων μεταξύ τους τοίχων δεν δένουν επαρκώς και στις δύο κατευθύνσεις . Έτσι, ίσως εάν με τη χρήση της εκπληκτικής αυτής κονίας και η κατασκευή ήταν πιο μελετημένη και από άποψη δομικού συστήματος ίσως να είχε ακόμα μεγαλύτερες αντοχές.