Λαγκάδια (Τμήμα Γ)

Συμπεράσματα

 

Η τέχνη με την οποία ασκούσαν το επάγγελμά τους οι Λαγκαδιανοί χτίστες ήταν γνωστή στον Ελλαδικό χώρο ,ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο όπου ανέπτυξαν την κύρια δραστηριότητα τους, απ’ τις αρχές του 18ου αιώνα. Μετακινούνταν σε ιεραρχικά οργανωμένες ομάδες και κατασκεύαζαν κτήρια κατοικιών σε  ορεινούς οικισμούς .  Τόσο ήταν συνδεδεμένο το όνομά τους με το επάγγελμα, ώστε, σύμφωνα με μαρτυρία από χωριό της Λακωνίας, όταν στο σχολείο τέθηκε σε μαθητή  το ερώτημα του ποιός έχτισε τον κόσμο, η απάντηση ήταν: «Οι Λαγκαδιανοί μάστορες»

Το χωριό των μαστόρων, τα Λαγκάδια, βρίσκεται σκαρφαλωμένο σε πλαγιά του Μαινάλου στην Αρκαδία, με υψομετρική διαφορά διακοσίων (200) περίπου μέτρων μεταξύ της κατώτατης και της ανώτατης στάθμης του. Υπήρξε, όπως έχει ήδη αναφερθεί, εμπορικός πόλος έλξης –και κατ’ επέκταση χώρος πολιτιστικής δραστηριότητας- για την ευρύτερη περιοχή της Γορτυνίας στα μέσα του 19ου αιώνα, με τον πληθυσμό του να ανέρχεται μέχρι και στους  4000 κατοίκους.

 Τα  Λαγκάδια προσφέρουν  ισχυρά δείγματα της τέχνης των έμπειρων μαστόρων τους στην οικοδομική και στην επεξεργασία της πέτρας,  που μας επέτρεψαν να εξερευνήσουμε τις αρχές βάση των οποίων έχτιζαν. Η ανάγκη  για οικονομικές  λύσεις υπαγόρευε αντίστοιχης λογικής τεχνοτροπίες, προς αξιοποίηση των υλικών του τόπου -πέτρα και ξύλο- και προς χρήση των απολύτως αναγκαίων ποσοτήτων υλικών. Η  ομοιομορφία και η λιτότητα συνεπώς  χαρακτηρίζει όλα τα παραδοσιακά λιθόκτιστα οικήματα του χωριού. Συναντήθηκε σταθερή αναλογία  1 προς 2 σε επίπεδο κάτοψης στα περισσότερα κτήρια που μελετήθηκαν, ενώ διαφορές μεταξύ τους παρουσιάστηκαν στα μεγέθη , αναλόγως της χρήσης και της κοινωνικής προέλευσης του ιδιόκτητη του καθενός, καθώς επίσης και στο βαθμό επεξεργασίας λεπτομερειών, όπως οι λαξεύσεις των ανοιγμάτων.

Η ίδια η γεωμορφολογία του τόπου τους κατεύθυνε τους Λαγκαδιανούς στην ανάπτυξη εξειδικευμένης κατασκευαστικής τεχνογνωσίας.  Η θολοδομία είναι φανερώς η τεχνική που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον για την αντιμετώπιση της θεμελίωσης των λίθινων κατασκευών πάνω στην έντονη κλίση. Η ανάπτυξη των περισσότερων κτηρίων σε ορόφους (ισόγειο με ένα, δύο ή και τρεις ορόφους) προέκυψε ως ανάγκη, προκειμένου να επιτευχθούν τα απαραίτητα σε κάθε περίπτωση τετραγωνικά του χώρου διημέρευσης. Συνήθως, ο πρώτος όροφος συγκέντρωνε τα τετραγωνικά που ήταν αναγκαία για την κατοίκηση, ενώ ο χώρος τον οποίο διαμόρφωνε ο θόλος στήριξης με το έδαφος κάτω απ’ τον όροφο, χρησιμοποιούνταν για τα ζώα ή ως αποθήκη. Η εξέλιξη αυτής της τεχνικής, δίνει στα Λαγκάδια δείγματα κτισμάτων όπως κάποια που συναντήθηκαν, με θόλους σε δύο διαδοχικά επίπεδα αλλά και σε αλληλουχία μεταξύ τους στο ίδιο επίπεδο.  

Τα τελευταία χρόνια ο χαρακτήρας του οικισμού έχει υποστεί σημαντικές αλλοιώσεις. Αυτές οφείλονται είτε σε επεμβάσεις σε υπάρχοντα κτίσματα, όπως είναι η αντικατάσταση του ξύλινου μπαλκονιού με πλάκα από οπλισμένο σκυρόδεμα, είτε σε προσφάτως ανεγερθέντα κτήρια, όπου έχουν ακολουθηθεί νέες τεχνικές δόμησης. Τα αποτελέσματα των τελευταίων δεν καταφέρνουν να ενταχθούν στο αρχιτεκτονικό περιβάλλον λόγω άστοχης μίμησης ή λόγω ουσιαστικής δομικής και μορφολογικής διαφοροποίησης. Μια τροπή των πραγμάτων που μπορεί να θεωρηθεί λογική, καθώς οι τεχνικές που διδάσκονταν απ’ τους μάστορες στις επόμενες γενιές εξέλιπαν μαζί με το επάγγελμα, στα μέσα του 20ου αιώνα. Η τέχνη των Λαγκαδιανών μαστόρων υπερκαλύφθηκε από τις ραγδαίες τεχνολογικές και βιομηχανικές εξελίξεις της εποχής.

Σήμερα, επισκεπτόμενοι τα Λαγκάδια, αντικρίζουμε ένα μωσαϊκό από παραδοσιακά κτίσματα, άλλοτε ως ερείπια και άλλοτε αλλοιωμένα από επεμβάσεις με σύγχρονες τεχνικές και υλικά, και από σύγχρονα κτίσματα που δεν συνάδουν με τον παραδοσιακό αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του οικισμού, όπως αυτός διαμορφώθηκε από την τέχνη των Λαγκαδιανών χτίστών. Από τα παραδοσιακά κτήρια, τα περισσότερα δεν κατοικούνται πλέον, δεδομένου ότι ο πληθυσμός του χωριού έχει μειωθεί δραματικά(200 περίπου κάτοικοι ). Λόγω έλλειψης συντήρησής τους, αυθεντικά δείγματα λαγκαδιανής αρχιτεκτονικής σε καλή κατάσταση (βλ. χάρτης κατάστασης-αλλοίωσης στην καταγραφή κτισμάτων) γίνονται όλο και σπανιότερα.

 Παρά το γεγονός αυτό, στα δείγματα του οικισμού των Λαγκαδίων μπορούμε να παρατηρήσουμε και να εκτιμήσουμε κατασκευαστικές τεχνικές που αποτελούν μέρος της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου. Τα κτήρια μας διηγούνται μια ιστορία για τον τόπο, μια ιστορία που μας συγκινεί (Le Corbusier). Μέσα από αυτή την εργασία, παρατηρήσαμε, αναρωτηθήκαμε, ανακαλύψαμε και μάθαμε, αναγνωρίζοντας τελικά ότι αξίζει με σωστή συντήρηση και ευαισθησία να διαφυλάττονται και να αναδεικνύονται οικισμοί όπως τα Λαγκάδια. Όπου η κεκτημένη εμπειρική γνώση των παλιών, εκφρασμένη πάνω στο δομημένο περιβάλλον, προσφέρει στους νέους την δυνατότητα σύνδεσης του παρελθόντος της κατασκευαστικής τέχνης  με το παρόν της, δίνοντας ένα σταθερό «πάτημα» για το «χτίσιμο» του μέλλοντος.