Στο Βελημάχι εντοπίζονται δύο τύποι φούρνων που, όπως φαίνεται, διακρίνονται μεταξύ τους χρονικά. Αρχικά, σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων, χρησιμοποιούνταν ως φούρνος το μεταγενέστερο τζάκι, το οποίο διαμορφώθηκε εκ των υστέρων με αποτέλεσμα και τη δημιουργία της φούσκας στο εξωτερικό τμήμα του τοίχου. Σε αυτή την πρώτη φάση του, ο φούρνος ήταν εσωτερικός στον χώρο του χειμωνιάτικου και προεξείχε του τοίχου περίπου 0.50Μ. Ήταν πέτρινος με μία βασική λίθινη πλάκα πακτωμένη στον τοίχο σε ύψος 0.45Μ από το πάτωμα. Ο χώρος κάτω από την πλάκα πιθανώς να χρησίμευε για την αποθήκευση ξύλων, ενώ από πάνω της διαμορφωνόταν ημικυκλικός θόλος ακτίνας 0.35Μ και βάθους 0.80Μ με λίθινα στοιχεία. Το συνολικό ύψος της κατασκευής που εμπεριείχε το φούρνο δεν ξεπερνούσε το 1Μ (περίπου 0.85-0.90Μ). Η καμινάδα εδώ προεξείχε του τοίχου με σταδιακή μείωση όμως της προεξοχής αυτής καθ’ ύψος του τοίχου. Η στήριξη της εστίας γίνεται σε λίθινο θόλο, ο οποίος αποτελεί συνέχεια της κατακόρυφης τοιχοποιίας.
Αργότερα, η κατασκευή του φούρνου μεταφέρθηκε εξωτερικά της οικίας. Αυτή μπορεί να ήταν είτε ημιυπαίθρια είτε να στεγαζόταν σε εξωτερικό λίθινο κτίσμα μικρών διαστάσεων. Η λογική της κατασκευής δε διαφοροποιείται, αν και συχνά εδώ ο φούρνος τοποθετούνταν απευθείας πάνω στο έδαφος, πάνω σε μια πλάκα από κατάλληλο πέτρωμα ή πάνω σε μία χαμηλή λίθινη βάση. Καμινάδα δεν υπήρχε και σπάνια γινόταν χρήση πυρότουβλου.