Οι περισσότεροι φορείς στεγών είναι ξύλινοι και δημιουργούν δίριχτες και τετράριχτες στεγάσεις. Έτσι, συναντάμε κυρίως αντιστηριζόμενες στέγες (χωρίς αντιρίδες και ελκυστήρα), και ζευκτά (με αντιρίδες, ορθοστάτη και ελκυστήρα). Οι απολήξεις των στεγών δημιουργούνται συνήθως μέσω μιας υποχώρησης στην κατασκευή (πατούρα), προκειμένου να σταθεροποιηθούν οι αμείβοντες, είτε υπάρχει ελκυστήρας είτε όχι. Επιπρόσθετα, δεν λείπουν οι απολήξεις με πλακίδια υπό κλίση κάτω από την τελευταία στρώση κεραμιδιών, αλλά και το γέμισμα του κενού μεταξύ φορέα και τελικής εξωτερικής επιφάνειας τοίχου με οπτόπλινθους οι οποίοι προσδίδουν και έναν διακοσμητικό χαρακτήρα στην κατασκευή. Όσον αφορά την επικάλυψη του φορέα, χρησιμοποιούνται ξύλινες τεγίδες, ξυλόβεργες είτε τυποποιημένες είτε ακανόνιστου μεγέθους και σχήματος ενώ και σε σπάνιες περιπτώσεις καλάμια. Σε επόμενη στρώση τοποθετείται κυρίως συνδετικό κονίαμα και σπανιότερα λάσπη και άχυρο με σκοπό την στερέωση της τελικής επίστρωσης. Σαν κύριο υλικό τελικής επικάλυψης κυριαρχεί το βυζαντινό κεραμίδι και σπανιότερα το ρωμαϊκό. Σε νεότερα κτίσματα παρατηρείται και η χρήση γαλλικών κεραμιδιών, σε στέγες ελαφρώς μεγαλύτερης κλίσης. Τέλος, οι ψευδοροφές που σχηματίζονταν κάτω από τον φορέα της στέγης ήταν κατασκευασμένες από πιο ευτελή υλικά, κυρίως λεπτού πάχους ξύλινες σανίδες ή και μικρότερα κομμάτια ξύλου, τα οποία στερεώνονταν στους ελκυστήρες και καλύπτονταν συνήθως με ασβεστοκονίαμα ή κάποια ξύλινη επένδυση. Λόγω του τρόπου κατασκευής τους, οι περισσότερες ψευδοροφές των παλαιών κτιρίων έχουν υποστεί σημαντικές φθορές.