Οι εσωτερικοί τοίχοι των κτισμάτων της Δροσοπηγής, αλλά και οι εξωτερικοί στις περιπτώσεις ευτελών ισόγειων κατασκευών, κατασκευάζονταν με την τεχνική του τσατμά (από την τουρκική λέξη catma). Πρόκειται για είδος τοιχοποιίας αποτελούμενο από ξύλινο σκελετό με κατακόρυφα στοιχεία και οριζόντια ξύλινα πηχάκια ή κλαδιά. Η επιφάνεια της κατασκευής καλύπτεται έπειτα με λάσπη ενισχυμένη με τρίχες ζώων ή άχυρο, και στη συνέχεια σοβατίζεται. Το μπαγδατί (λέξη προερχόμενη από την Βαγδάτη, όπου και ακολουθούσαν αυτό το σύστημα δόμησης) πρόκειται για παρόμοιας φιλοσοφίας κατασκευή, με ξύλινο σκελετό από κατακόρυφα στοιχεία, πάνω στα οποία όμως καρφώνονται τα ξύλινα οριζόντια πηχάκια, δημιουργώντας ένα εσωτερικό διάκενο. Το κενό αυτό πληρώνεται εσωτερικά με φρύγανα, κουκουνάρια, άχυρο ή και στελέχη καλαμποκιών. Στη συνέχεια η κατασκευή καλύπτεται με λάσπη ενισχυμένη με ίνες όπως τρίχες ζώων ή άχυρα, και κατόπιν ασβεστοκονίαμα. Οι κατασκευές τέτοιου τύπου προτιμώνται στις περιπτώσεις των ορόφων, καθώς δεν έχουν ικανές φέρουσες ιδιότητες αλλά επίσης προσφέρουν σχετική θερμομόνωση στους χώρους διημέρευσης της οικογένειας εξαιτίας της ελαφρότητας των υλικών τους.