Στα Γρηγοριανά τα κτίσματα έχουν συνήθως δύο αύλιους χώρους διαφορετικού χαρακτήρα, οι οποίοι ενώνονται με στενούς διαδρόμους που καταλήγουν σε έναν ελεύθερο χώρο γεωργικής χρήσης. Ο πρώτος, ο οποίος κοιτά σε ένα μονοπάτι και αποτελεί την είσοδο της υποδοχής, δεν έχει εναλλαγή στάθμης και κατά συνέπεια υπάρχει μία καγκελόπορτα, ως διαχωριστικό της ιδιοκτησίας από το δημόσιο χώρο. Ο δεύτερος χώρος είναι πιο εμφανής, αφού βρίσκεται πάνω στον κύριο δρόμο και λόγω της κλίσης του, η πρόσβαση γίνεται με σκάλα για να φτάσει στο βυθισμένο επίπεδο, το οποίο αποτελεί την είσοδο της κουζίνας. Αυτός ο χώρος στεγάζεται από ένα κιγκλίδωμα πλαισιομένο με κλιματαριές και κρύβεται ουσιαστικά από το δρόμο. Και οι δύο αυλές έχουν παραλληλόγραμμο σχήμα, ενώ το μεγεθός της κάθε μίας δεν ξεπερνά το ένα τρίτο του σπιτιού. Αξίζει να σημειωθεί η εναλλαγή της χρήσης των αυλών μέσα στα χρόνια, αφού η πρώτη, ενώ είχε κύρια χρήση στο παρελθόν και τώρα πια φαίνεται παραμελημένη. Παράλληλα, η δεύτερη χρησιμοποιείται για κύρια είσοδο, δίνοντας έτσι έμφαση στη σημασία της τοποθεσία της εισόδου και κατ'επέκταση της αυλής.
Ο αύλιος χώρος του Παλαιόκαστρου, έχει τριγωνικό σχήμα και ενώ έχει ανοιχτή πρόσβαση από το καλντερίμι, διαχωρίζεται από αυτό με ένα τοίχο, ο οποίος λόγω διαφοράς ύψους, γίνεται πεζούλι. Η αυλή αποτελείται από χώμα που σημαίνει ότι παλαιότερα ήταν φυτεμένη, ενώ στη μία απόληξη της υπάρχει ακόμα ένα δέντρο. Ακόμα, έχει δύο σκάλες, από τις οποίες η μία οδηγεί στο επάνω επίπεδο της κατοικίας και η άλλη ενώνει την αυλή με τη διπλανή κατοικία.
Αξίζει ακόμα να σημειωθεί ότι και στους δύο οικισμούς βρέθηκαν αυλές τριγωνικού, ορθογώνιου, αλλά και ακανόνιστου σχήματος με διαφοροποίηση κάθε περίπτωσης στην πρόσβαση (ανάλογα την τοποθεσία του κάθε κτηρίου), ενώ κάθε φορά το μέγεθος τους παρέμενε σχετικά μικρό.