Οι περισσότερες κατοικίες του οικισμού συγκεντρώνονται κατά μήκος του πιο κεντρικού δρόμου, με αποτέλεσμα όλος ο οικισμός να έχει διαμορφωθεί σε δύο πυκνά οικοδομικά τετράγωνα στο δυτικό του όριο. Στο μέτωπο του δρόμου, ο υπαίθριος χώρος είτε είναι περισσότερο ιδιωτικός στην περιοχή των κατοικιών, είτε υπάρχουν πολύ μικρές αυλές που ορίζουν την αλλαγή από το δημόσιο στο ιδιωτικό.
Αντίθετα στο ανατολικό όριο του δρόμου που βρίσκονται τα σημεία αναφοράς του οικοσμού, ο υπαίθριος χώρος παρουσιάζει μεγαλύτερη έκταση, αποκτά τον χαρακτήρα της πλατείας του οικισμού, έναν χαρακτήρα πιο δημόσιο.
Οι αυλές παρουσιάζουν μια ημιιδιωτικότητα καθώς δεν υπάρχουν σκληρά όρια που να οριοθετούν την αυλή του κάθε σπιτιού. Η διαφοροποίηση των ιδιωτικών αυλών γίνεται ως επί το πλείστον από την δαπέδια διαμόρφωση. Συνήθως, υπάρχει μία πλακόστρωση ή ένα δύο σκαλοπάτια που δημιουργούν την νέα ποιότητα του χώρου της ιδιωτικής αυλής στην οποία εισέρχεται κάποιος ερχόμενος από τον δρόμο.
Οι κατοικίες που έχουν αυλή παρουσιάζουν αυτήν την εκτόνωση κατά μήκος της μεγάλης τους πλευράς. Οι υπαίθριοι χώροι που γεννιούνται από το αρνητικό των δομημένων όγκων είναι μικροί σε έκταση και υποδηλώνουν αυτή την μετάβαση από το δημόσιο στο ιδιωτικό. Δεν μπορουν να χαρακτηριστούν ως αυλή μίας κατοικίας, καθώς σε πολλές περιπτώσεις θα μπορούσαν να είναι η αυλή όλων των κατοικιών που τους περικλείουν.
Περιμετρικά του οικισμού, όπου η δόμηση είναι πιο αραιή και τα κτίρια μεταγενέστερα, ο υπαίθριος χώρος απλώνεται και παίρνει την μορφή μίας καταπράσινης έκτασης στην οποία έρχονται να τοποθετηθούν οι κατοικίες.
Τέλος η απουσία συγκεκριμένου κανάβου όσον αφορά την τοποθέτηση των κλειστών όγκων και σαφών οικοδομικών γραμμών, οδήγησε στα ακανόνιστα σχήματα των αυλών.