α. Παράγοντες καθοριστικοί της μορφής του οικιστικού συνόλου
Οι Καλαρρύτες είναι ένας οικισμός με ιδιαίτερη μορφή, η οποία παρουσιάζει έντονο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, λαμβάνοντας υπόψιν την πορεία του στον χρόνο, αλλά και τη γενικότερη συγκρότησή του.
Οι υλικοί παράγοντες που επηρέασαν την ανάπτυξή του σχετίζονται κυρίως με τα φυσικά χαρακτηριστικά του ίδιου του τόπου και ιδιαίτερα με τη μορφολογία του εδάφους, στην οποία προσαρμόζεται ο δομημένος χώρος, δημιουργώντας έτσι ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ δομημένου και αδόμητου, ιδιωτικού και δημόσιου. Επιπλέον καθοριστικής σημασίας είναι και το κλίμα του τόπου, καθώς χαρακτηρίζεται από χιονοπτώσεις, βροχές και υγρασία για αρκετά διαστήματα μέσα στο χρόνο, καθιστώντας αναγκαία την προσαρμογή των κτισμάτων του οικισμού στα καιρικά φαινόμενα με στόχο την προστασία από αυτά. Όπως είναι αναμενόμενο, τα διαθέσιμα υλικά για τις κατασκευές, δηλαδή αυτά στα οποία υπήρχε εύκολη πρόσβαση, δεν διαφέρουν από τους υπόλοιπους οικισμούς των Τζουμέρκων. Οι Καλαρρυτινοί χτίζουν με λίθους, ξύλο και σχιστόπλακες, έτσι αυτά αποτελούν όχι μόνο βασικά δομικά υλικά αλλά και διακοσμητικά στοιχεία.
Αναφορικά με τους άυλους παράγοντες, η κοινωνία, η οικονομία αλλά και ο πολιτισμός, επηρέασαν σημαντικά την εξέλιξη του οικισμού. Οι Καλαρρύτες γνώρισαν μεγάλη οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική άνθιση από τα μέσα του 18ου μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, με τα προνόμια από αυτή να εξασφαλίζουν στους κατοίκους ποιότητα ζωής, ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων και εμπορικών συναλλαγών, που συνέβαλαν στην πύκνωση του πληθυσμού, ταυτόχρονα με την εγκατάσταση βιοτεχνών από άλλες περιοχές. Η ενασχόληση των κατοίκων με την κτηνοτροφία οδηγεί στην εμφάνιση κτιρίων με στόχο την κάλυψη των αναγκών που προκύπτουν από αυτή (αποθήκες, στάβλοι, τυροκομείο). Τόσο χάρη στην κτηνοτροφία, όσο και χάρη στην ενασχόληση με την αργυροχρυσοχοία, ο οικισμός αποκτά σημαντική εμπορική θέση.
Λίγα χρόνια μετά τον πόλεμο του 1940, αρχίζει η σταδιακή αποδυνάμωση των Καλαρρυτών. Ο πληθυσμός μειώνεται, το σχολείο κλείνει οριστικά και πλέον ο οικισμός με τους ελάχιστους μόνιμους κατοίκους του στρέφονται προς τον τουρισμό. Το κέντρο του χωριού, με την πλατεία του να αποτελεί ζωτικό πυρήνα κοινωνικής συναναστροφής, έχει συγκεντρώσει την πλειοψηφία των οικονομικών δραστηριοτήτων. Η μετατροπή παλαιών κτιρίων σε ξενώνες να αποδεικνύει τη μεταβολή του μέσα στο πέρασμα του χρόνου.
β. Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας - Ομοιγένεια και διαφοροποίηση κατά την σύγκριση των οικιστικών ενοτήτων με το σύνολο
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, ο αρχιτεκτονικός χαρακτήρας του οικισμού φαίνεται πως διατηρείται ακέραιος μέσα στο πέρασμα του χρόνου. Το γεγονός αυτό οφείλεται στην χρήση της πέτρας ως κυρίαρχο υλικό, αλλά και στην προσπάθεια εναρμόνισης του δομημένου στο φυσικό τοπίο και ανάγλυφο. Σημαντικό είναι το φαινόμενο πως τα κτίσματα συμφωνούν με το ανάγλυφο του εδάφους, χωρίς να προσπαθούν να το εξομαλύνουν με επιχωματώσεις ή σκάμματα για την δημιουργία μεγαλύτερων ισόπεδων χώρων. Δηλαδή, η πέτρα και το φυσικό τοπίο –τόσο το ανάγλυφο όσο και το νερό- είναι οι καθοριστοί παράγοντες της διαμόρφωσης του ύφους του οικισμού.
Επιπλέον, κάθε παραδοσιακό κτίσμα σε κάθε γωνιά του οικισμού φαίνεται πως κτίζεται με τον ίδιο τρόπο. Έτσι, οι Καλαρρύτες παρουσιάζουν τέτοια ομοιογένεια ώστε να μην διακρίνει κανείς διαφορετικές «γειτονιές» εντός των ορίων τους. Οποιεσδήποτε διαφοροποιήσεις –όπως αναφέρεται και στη συνέχεια- έγκεινται σε νεότερες μεθόδους και νεότερα οικοδομικά υλικά.
γ. Ο βαθμός διατήρησης και οι αλλοιώσεις ως προς την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του οικισμού
Σήμερα, ο χαρακτήρας του οικισμού, ως προς τα αρχιτεκτονικά του στοιχεία είναι εμφανής και υπάρχει το αίτημα να διατηρηθεί. Η πέτρα, που είναι το κυρίαρχο στοιχείο, υπάρχει τόσο σε ιδιόκτητα κτίσματα, όσο και στον δημόσιο χώρο.
Σχετικά με τα ιδιόκτητα κτίσματα, η εφαρμογή της φέρουσας τοιχοποιίας ως δομικό σύστημα και η στέγαση με σχιστολιθικές πλάκες είναι το πρώτο που παρατηρεί κανείς στο χωριό. Ακόμα και στο εσωτερικό, συχνά προσπαθούν να διατηρηθούν τα παραδοσιακά ξύλινα χωρίσματα, μαζί με τις έξυπνες λύσεις που έδιναν ως προς την αποθήκευση και την κίνηση μέσα στον χώρο.
Κοιτάζοντας προς το δημόσιο τμήμα, οι πέτρινες όψεις των κατοικιών σαφώς διαδραματίζουν τον κυρίαρχο ρόλο στο ύφος του οικισμού, ωστόσο δεν θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τη δυναμική αυτή αν δεν υπήρχαν τα λίθινα μονοπάτια, τα οποία στενά και απότομα καθώς είναι επιτρέπουν μόνο την διέλευση των πεζών. Αντίστοιχα οι ξερολιθιές, οι αναλληματικοί τοίχοι και όχι μόνο, συνάδουν απόλυτα με το φυσικό και τεχνητό τοπίο. Τέλος, η πλατεία –της οποίας ο κεντρικός κοινωνικός ρόλος δεν αμφισβητείται- είναι επίσης διαμορφωμένη σύμφωνα με το φυσικό ανάγλυφο και εξ ολοκλήρου από πέτρα. Έτσι, υπάρχει συνολικά μια αρμονική σχέση μεταξύ όλων των δομημέννων τμημάτων του οικισμού λόγω του υλικού και των μεθόδων κατασκευής.
Επιπρόσθετα, το στοιχείο που είναι δηλωτικό της παράδοσης στους Καλαρρύτες είναι το νερό. Η διαχείρισή του είναι αναπόσπαστο κομμάτι της παραδοσιακής τοπιακής και οικιστικής αρχιτεκτονικής. Το νερό είναι πάντα παρόν, περνάει συνήθως κάτω από κατάλληλα και εντυπωσιακά διαμορφωμένα γεφυράκια. Περνάει όμως σε πολλές περιπτώσεις και μέσα από τα σπίτια. Το φαινόμενο αυτό είναι αξιοσημείωτο καθώς οι Καλαρρυτινοί φροντίζουν να σεβαστούν και να διασφαλίσουν την ροή των υδάτων με κατάλληλα καναλάκια που διασχίζουν τα υπόγεια τους, αντί να διακόψουν ή να αλλάξουν την πορεία του. Παρά την δίοδο αυτή του νερού, προβλήματα υγρασίας δεν συναντήσαμε στις κατασκευές.
Όπως είναι φυσικό βέβαια, με την πάροδο του χρόνου και την τεχνική και τεχνολογική εξέλιξη, οι παλαιότερες μέθοδοι και τα παλιά ντόπια υλικά εκλείπουν σταδιακά και αντικαθίστανται από νέα. Επιπλέον, ο τρόπος ζωής έχει διαφοροποιηθεί αρκετά, παράγοντας του έχει οδηγήσει στην μετανάστευση των κατοίκων του οικισμού προς άλλες αστικές περιοχές. Οι κατοικίες τους παίρνουν ξανά ζωή το καλοκαίρι, ωστόσο η παράμετρος του «κλειστού σπιτιού» δεν είναι αμέτοχος στη σύγχρονη αρχιτεκτονική των κατοικιών του οικισμού.
Τα παραπάνω οφείλονται για τις αλλοιώσεις του αρχιτεκτονικού χαρακτήρα του οικισμού. Παρότι ο οικισμός φαίνεται να διατηρεί τον παραδοσιακό του χαρακτήρα, στα νεότερα κυρίως τμήματα και σε κτίρια νεόδμητα η πέτρα χάνει την στατική της υπόσταση δίνοντας την θέση της στο σκυρόδεμα. Μετατρέπεται σε στοιχείο επικάλυψης. Με τον τρόπο αυτό, οι διαστάσεις της μικραίνουν και χάνεται η αίσθηση της βαριάς κατασκευής. Επίσης, στο εσωτερικό εγκαταλείπεται το ξύλο και η φιλοσοφία διαμόρφωσης της κάτοψης εσωτερικά πο το ακολουθούσε, διότι αντικαθίσταται από τούβλο, υλικό πιο παχύ και με λιγότερες δυνατότητες ευελιξίας. Παρά τις αλλαγές αυτές, η ξύλινη στέγη με την επικάλυψη από σχιστόλιθους διατηρείται ακέραια. Τα νεόδμητα κτίσματα είναι φυσικό να ακολουθούν αυτές τις νεότερες μεθόδους δόμησης. Πράγματι αλλοιώνεται το ύφος του οικισμού, ωστόσο η εναρμόνιση με το φυσικό τοπίο παραμένει.
Μεγαλύτερη επίπτωση στην αρχιτεκτονική έχουν ορισμένες επισκευές σε παλιές κατασκευές. Η σημαντικότερη από αυτές είναι η αντικατάσταση της πέτρινης στέγης από μεταλλικές λαμαρίνες. Οι λόγοι για αυτό είναι κυρίως οικονομικοί.
Συμπεραίνουμε λοιπόν πως για να διατηρηθεί το παραδοσιακό ύφος του οικισμού ακέραιο, πρέπει να ενισχυθεί η δόμηση με την πέτρα ως φέρον στοιχείο.