Στο οικισμό, λόγω του έντονου ηπειρώτικου χαρακτήρα του, συναντάται μια αρχιτεκτονική της πέτρας με τα κτήρια να έχουν ορθοκανονικά σχήματα και τις στέγες τους να ποικίλουν σε δίριχτες, τρίριχτες και τετράριχτες. Η τοποθέτηση των κτιρίων γίνεται είτε παράλληλα είτε κάθετα στις υψομετρικές. Λόγω του έντονου αναγλύφου διαμορφώνονται επίσης διαφορετικές σχέσεις των κτισμάτων με το επίπεδο του δρόμου, οι οποίες αναλύονται στην ενότητα Ιδιωτικοί Ελεύθεροι Χώροι-Αυλές. Η πλειοψηφία των κτισμάτων έχει δύο πατώματα, αρκετά είναι τα ισόγεια, ενώ κατ’ εξαίρεση συναντάται και τρίτο πάτωμα. Συγκεκριμένα, στην περιοχή που μελετήθηκε, το 49% των κτισμάτων αποτελείται από 2 πατώματα, ισόγεια είναι το 30%, το 7,5% έχει και τρίτο όροφο ενώ το υπόλοιπο ποσοστό αποτελείται από ερείπια.
Τρεις είναι οι κύριοι τύποι κατόψεων που συναντώνται στον οικισμό: Ορθογωνική, Τετραγωνική , τύπου Γ. Για την κεντρική περιοχή τα ποσοστά είναι: ορθογωνική 57%, τετραγωνική 11%, “Γ” 24%, άλλη 8% (συνδυασμός παραπάνω από δύο τύπων). Τα κτίσματα μπορεί να είναι στενομέτωπα ή πλατυμέτωπα, με την επιλογή να μην εξαρτάται από την τοποθέτηση σε σχέση με τις υψομετρικές. Όσον αφορά στην εσωτερική οργάνωση, παρατηρούνται μονόχωρα, δίχωρα και τρίχωρα κτίσματα. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η χρήση δεν περιορίζει την κάτοψη. Για παράδειγμα τριμερή κάτοψη εμφανίζει τόσο το αστυνομικό τμήμα όσο και μία κατοικία. Συνολικά παρατηρούνται πολλοί από τους συνδυασμούς των παραπάνω παραμέτρων, οι οποίοι φαίνονται αναλυτικά στον παραπάνω πίνακα.