Οι γυναίκες τη παλιά εποχή ασχολιόντουσαν με την υφαντουργία , ρούχα για τις ανάγκες της οικόγενειας.
Χαρακτηριστικό του χωριού είναι τα λιθόστρωτα καλντερίμια και τα πάλια αρχοντικά με τις καλοδουλεμένες πέτρες. Το χωριό έχει εκτεταμένο ανατολικό ορίζοντα και 560 περίπου καλοδιατηρημένα πέτρινα κτίσματα, διαταγμένα κατά αμφιθεατρικό τρόπο. Από τον πλακόστρωτο πεζόδρομο και την πλατεία, που αποτελούν τον πυρήνα του οικισμού, οργανώνεται το δαιδαλώδες δίκτυο των στενών καλντεριμιών που εξυπηρετούν τις μετακινήσεις των κατοίκων. Στο δυτικό μέρος του χωριού εντάσσεται το εμπορικό κέντρο όπου λειτουργούν πολλά καταστήματα εστίασης και προμηθειών. Σε αυτό το σημείο βρίσκεται και ο ναός του Αγίου Αθανασίου , κτίρια διοίκησης , το σχολικό κτίριο κτλ. καθώς στην αρχή του πλακώστρου που οδηγεί στη πλατεία Λότζια γίνονται τα πανηγύρια του χωριού. Το επίσημο πανηγύρι του χωριού είναι στις 8 Σεπτέμβρη αλλά η γιορτή κάστανου τον Οκτώβρη έχει περισσότερο τουρισμό.
Ο Πεντάλοφος,είναι το μεγαλύτερο μαστοροχώρι της Μακεδονίας. Είναι ένα ορεινό χωριό του νομού Κοζάνης και βρίσκεται σε υψόμετρο 1060μ και περιβάλεται από πέντε λόφους. Αποτελεί έδρα της κοινότητα και η επίσημη ονομασία του ως Πεντάλοφος έγινε το 1928 καθώς πριν το παλιό του όνομα ήταν Ζουπάνι ή Ζουμπάνι και κατά την τοπική διάλεκτο “Ζμπάν”. Είναι ένα χωριό το οποίο είναι σχεδόν εξ ‘ ολοκλήρου πετρώκτιστο και το πιο παλιό κτίριο στο χωριό είναι η τρίκλιτη θολωτή βασιλική του Αγίου Αχίλλειου η οποία κατασκευάστηκε το 1742 και είναι στο δρόμο προς το χωριό Βυθό ενώ το παλαιότερο τμήμα του οικισμού βρίσκεται πάνω και ανατολικά της Αγίας Βαρβάρας όπως πηγαίνουμε στο κάτω Μαχαλά. Ο νεότερος οικισμός του χωριού χτίστηκε τη Νεοβυζαντινή περίοδο.Πρόκειται για ένα οικοδομικό χωριό με κύρια υλικά τη πέτρα , το ξύλο και το κουρσάνι το οποίο είναι η συνδετική ύλη και το οποίο ως επί το πλείστον αποτελούνταν από άμμο , πυταμίσια , βότσαλα , τριμμένο κεραμίδι, άχυρο , ασβέστη και αυγά.
Η τέχνη των μαστόρων βρίσκεται αποτυπωμένη κυρίως στις εκκλησίες, στα διώροφα και τριώροφα σπίτια του χωριού. Είναι χαρακτηρισμένος ως Παραδοσιακός Οικισμός και διαθέτει περισσότερα από 500 πυργόσπιτα. Χωρίζεται σε δύο κύριες συνοικίες, το Κάτω Μαχαλά , σκαρφαλωμένη στην απότομη πλαγιά της Γκραντίσκας και τον Άνω, χτισμένο δίπλα στο καστανόδασος του Ρουμανιού. Ακριβώς στο κέντρο βρίσκεται η πλατεία με τα καταστήματα, η περίφημη Λόντζια, για την οποία δημιουργήθηκε και ξεχωριστός παραδοσιακός χορός. Είναι ένα τεράστιο σε έκταση κεφαλοχώρι, δομημένο αμφιθεατρικά. Ο πρώτος πυρήνας του οικισμού δημιουργήθηκε το έτος 1427 και έπειτα εγκαταστάθηκαν αμιγώς ελληνικοί πληθυσμοί από άλλες περιοχές του Βοΐου και της Ηπείρου.
Όταν κάποιος αναφέρεται στο χωριό σκέφτεται τα λόγια που έλεγαν οι Ζουπανιώτες :
“ Πέτρα είχαμε … πέτρα δουλέψαμε ”