Συρράκο (Τμήμα Ε - Ομάδα 22)

Συμπεράσματα

 Το Συρράκο συγκροτήθηκε ως μια ορεινή οικιστική ενότητα με πλούσια ιστορία και πολιτιστική κληρονομιά, οικονομική ευμάρεια και αγροτική, υπαίθρια ζωή, στοιχεία που συνέβαλαν συντριπτικά στην διαμόρφωση αρχιτεκτονικής ταυτότητας.

Η μελέτη μας έφερε στο φως την αρνητική επίδραση των σύγχρονών επεμβάσεων που συχνά αλλοιώνουν την αυθεντικότητα του οικισμού. Παραδείγματα που παρουσιάζονται στην έρευνά μας συμπεριλαμβάνουν την χρήση σκυροδέματος, προσθήκη νέων, ξένων υλικών (όπως το μέταλλο και το πλαστικό) και αλλαγές στην κτιριακή, συνθετική δομή.

Αναλυτικά, η άκριτη αντικατάσταση παραδοσιακών υλικών και τεχνικών έχει σημαντικές επιπτώσεις στη διατήρηση της φυσιογνωμίας του οικισμού και συχνά δεν ανταποκρίνεται στις αρχές ορθής αποκατάστασης και δεν εντάσσεται στην περιβάλλουσα δομή. Όπως καταδεικνύεται και στις φωτογραφίες χρησιμοποιείται σκυρόδεμα στην πλακόστρωση μονοπατιών. Πέτρινες κατασκευές και ξύλινα κουφώματα αντικαθίστανται από διαδεδομένες λύσεις της εποχής μας. Το αποτέλεσμα είναι τα κτίρια να μεταλλάσσονται σε ένα υβρίδιο σύγχρονης και παραδοσιακής δόμησης.

Αξίζει να σημειωθεί πως οι επεμβάσεις διαταράσσουν την ομαλή λειτουργία των μηχανισμών όπου εμπειρικά είχαν εδραιωθεί στη λαϊκή αρχιτεκτονική, άρα και τη βιωσιμότητα του οικισμού. Η χρήση φυσικών υλικών στις κατασκευές διασφάλιζε τη μόνωση, την προστασία και την διοχέτευση υδάτων. Η βίαιη αντικατάστασή τους ενδέχεται να προκαλέσει μακροπρόθεσμα προβλήματα τόσο στη δομική ακεραιότητα των κτιρίων, όσο και στην ενεργειακή τους απόδοση.

Η χρήση φθηνών και μη-παραδοσιακών υλικών υπογραμμίζει εκ πρώτης όψεως την αδυναμία κατανόησης της αξίας της τοπικής παράδοσης. Ωστόσο, διαφαίνονται και βαθύτερα αίτια. Η σταδιακή έλλειψη εξειδικευμένου τεχνικού προσωπικού είναι γεγονός σε μία κοινωνία που στο σύνολό τηε διέπεται από τάσεις αστικοποίησης, αποκοπής από τη φύση και προσκόλληση στην τυποποίηση και στην εύκολη και γρήγορη λύση.

Λαμβάνοντας υπόψιν τον οικονομικό παράγοντα, η αναβίωση του Συρράκου ως τουριστικού προορισμού και οι πιέσεις για προσαρμογή σε ανάγκες διαμονής και άνεσης, οδηγούν συχνά σε υπερβολικές, παρορμητικές επεμβάσεις. Ταυτόχρονα οι κατοικίες παραμένουν άδειες το μεγαλύτερο διάστημα του χρόνου με την πολυέξοδη συντήρησή τους να αποδεικνύεται οικονομικά ασύμφορη για τους ιδιοκτήτες.
Τέλος, το κράτος φαίνεται να μην διερευνά διεξοδικά το φαινόμενο αλλοίωσης του οικισμού. Δεν έχει εντοπίσει ή δε λαμβάνει υπόψιν τις παραμέτρους που το υποκινούν και αναλώνεται σε επιφανειακές υποδείξεις.

Τα συμπεράσματα της μελέτης μας φανερώνουν πως ενώ υπάρχει σαφής πρόθεση αποκατάστασης και ανανέωσης του οικισμού από τους κατοίκους, πολλές από τις επεμβάσεις δεν πραγματοποιούνται με γνώμονα την πολιτιστική κληρονομιά. Η ανάγκη για μία πιο προσεκτική και ευαίσθητη προσέγγιση στην αποκατάσταση είναι απαραίτητη ώστε να διατηρηθεί η αυθεντική ταυτότητα και μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του οικισμού.