Τα αγροτικά κελλιά ή μπαρμπακάδες αποτέλεσαν κτίσματα άκρως απαραίτητα και συμφυή με την αγροτική ζωή που αναπτύχθηκε στο νησί από τον 12ο αιώνα και μετά. Ήταν χρήσιμα ως προς τη διαμονή ζώων (κυρίως όνων, βοδιών και αμνοερίφιων), αλλά και στην αποθήκευση σπαρτών, καθώς τα χωράφια συνήθως βρίσκονταν μακριά από τις κατοικίες.
Το συγκεριμένο κελλί βρίσκεται στη δυτική μεριά του οικισμού, λίγο έξω από τα όριά του, πάνω σε ένα έξαρμα γης και είναι περιτριγυρισμένο από αιμασιές οι οποίες συγκρατούν τα χώματα της πλαγιάς. Είναι στεγασμένο με δώμα, ενώ οι τοίχοι διαμορφώνονται από σχιστόλιθους χωρίς κονίαμα ενδιάμεσα. Είναι χαρακτηριστικό πως εσωτερικά και εξωτερικά μένουν ασοβάτιστοι.
Στη δόμηση των τοιχίων εφαρμόζεται ο παραδοσιακός εκφορικός τρόπος, το γέρμα, έτσι ώστε να διευκολύνεται η κάλυψη της οροφής με σχιστόπλακες. Σε τετράγωνους όμως σταύλους όπως ο συγκεκριμένος η δυσκολία της στέγασης ξεπεράστηκε με έναν ιδιαίτερο τρόπο: στη μέση του χώρου είναι τοποθετημένος ένας πεσσός (ή π'σσος κατά την τοπική διάλεκτο). Ο κορμός του ειναι λεπτός κάτω και φαρδύτερος επάνω, σε αρνητική μείωση, σχηματισμένος από αποστρογγυλεμένες πλάκες σχιστόλιθου. Άνωθεν τοποθετείται μια μεγάλη τετράγωνη και γερή πλάκα. Σε αυτήν στηρίζουν την άκρη τους οι μονολιθικές σχιστόπλακες που ξεκινούν από τα τοιχία του κελλιού.
Πέρα από το στατικό σκοπό, ο πεσσός εξυπηρετούσε και στην κυκλοφορία των ζώων μέσα στο κελλί, χωρίς να συγκρούονται μεταξύ τους, καθώς κινούνταν γύρω του. Στις τέσσερις γωνίες του κελλιού βρίσκονται οι ταïσιές τους. Ο χώρος πάνω από αυτόν του κυρίως κελλιού, εξυπηρετούσε καθαρά αποθηκευτικούς σκοπούς και πιθανόν να βοηθούσε και στην περιστασιακή διημέρευση του ιδιοκτήτη του.
Σήμερα το κτίσμα φαντάζει γραφικό και απόκοσμο στη μοναξιά του, καθώς έχει πάψει να χρησιμοποιείται και να συντηρείται. Χαρακτηριστικό είναι πως τμήμα του δώματος έχει καταρρεύσει εδώ και αρκετό καιρό.