Ζυγοβίστι

Θόλοι-Πατώματα-Στέγες-Εξώστες

ΘΟΛΟΙ

Σύμφωνα με μαρτυρίες η θολοδομία υπήρξε η αρχική τεχνική για την κατασκευή πατωμάτων, καθώς ο λίθος είναι υλικό που υπάρχει σε σαφώς μεγαλύτερη επάρκεια στην περιοχή απ’ό,τι το ξύλο. Θόλους συναντάμε κατά κύριο λόγο στο ισόγειο και το υπόγειο, αλλά και ειδικότερα σε υπόγεια χτισμένα σε πλαγιά ή βρόχο, χρησιμεύει και ως θεμελιωτικό στοιχείο.

Ο θόλος αποτελείται από καταλλήλως λαξευμένους σφηνοειδείς λίθους ώστε να υπάρχει η μέγιστη δυνατή επιφάνεια επαφής μεταξύ τους. Παρατηρούνται δύο τρόποι κατασκευής τους, παράλληλα με  τον τοίχο, όπου και ξεκινάει εξ’αρχής ανεξάρτητη στήριξη, είτε ενσωμάτωση του στην τοιχοποιία, όπου το αρχικό πάχος τοίχου είναι μεγαλύτερο και σταδιακά με την κλίση της καμπύλης ο θόλος ξεπροβάλλει .

Ο χώρος που μένει κενός ανάμεσα στο θόλο, τον τοίχο και το πάνω πάτωμα ονομάζεται φογός, και αξιοποιόταν ως αποθηκευτικός χώρος, είτε δεχόταν πλήρωση από χώμα και κεραμικά θραύσματα για να μην καταπονεί το θόλο.

ΠΑΤΩΜΑΤΑ

Για την κατασκευή των πατωμάτων ως βασικό υλικό εμφανίζεται η ξυλεία. Κορμοί δέντρων μετά από επεξεργασία αξιοποιούνταν ως δοκάρια για τη διαμόρφωση του πλέγματος του πατώματος τοποθετούμενα εγκάρσια στη μακρά πλευρά της καλυπτόμενης επιφάνειας ώστε να έχουμε το μικρότερο δυνατό μήκος. Τα δοκάρια απείχαν μεταξύ τους απόσταση έως 0,5m, και το σανίδωμα βρισκόταν απ’ευθείας πάνω σε αυτά καρφωτά. Το μήκος των δοκαριών σπάνια ξεπερνούσε τα 6mΣυχνά όμως, λόγω της έλλειψης πολλών επιμηκών και κατάλληλων κορμών, τα εγκάρσια στη μακρά πλευρά δοκάρια φτάνουν μέχρι τη μέση του πλάτους, όπου στηρίζονται σε κεντρική δοκό, το μεσοδόκι.

Η έδραση του πατώματος στους φέροντες τοίχους, στο σημείο που δημιουργείται η εσοχή μεταξύ της αλλαγής των ορόφων. Έτσι επιτυγχάνεται ο εγκιβωτισμός της δοκού στον τοίχο. Για τη στήριξη χρησιμοποιήθηκαν και ξύλινα υποστυλώματα όπου το μήκος της καλυπτόμενης επιφάνειας ήταν μεγάλο, τα οποία κατά κύριο λόγο στήριζαν την ενδιάμεση δοκό που συνέδεε με τη σειρά τις όλες τις εγκάρσιες. Σύμφωνα με τους κατοίκους, αλλά όπως φαίνεται και από τις διαφορετικές ξυλείες που χρησιμοποιήθηκαν πολλές φορές το υποστύλωμα αυτό προστέθηκε μετά την κατασκευή του πατώματος για να προλάβει ζημιές από την καταπόνηση των δοκών.

ΣΤΕΓΕΣ

Η στέγαση αποτελεί ξύλινη κατασκευή με τη μορφή ζευκτου, με πλειοψηφία των στεγών να είναι δίριχτες ή τρίριχτες. Έχουμε, λοιπόν, στη μικρή διάσταση της στεγαζόμενης επιφάνειας τους ελκυστήρες (οριζόντια δοκάρια) που τοποθετούνται ανά απόσταση 1,5m. Οι ελκυστήρες στηρίζονται απ’ευθείας στους πλευρικούς τοίχους και συχνά συνδέονται με τις ξυλοδεσιές που βρίσκονται σε αυτούς. Στη μέση του ελκυστήρα καρφώνεται κατακόρυφα ο ορθοστάτης (μπαμπάς), το άνω άκρο του οποίου συνδέεται και πάλι με τις άκρες του ελκυστήρα με τη χρήση δύο κεκλιμένων δοκών, των αμειβόντων (τσιμπίδια). Ακόμη, συχνά υπάρχουν και άλλα υποστηρικτικά κατακόρυφα στοιχεία που συνδέουν ελκυστήρα και αμείβοντα τα λεγόμενα ‘μπαμπαδάκια’. Δεν είχαν όλα τα ψαλίδια ορθοστάτη, και κάποιες φορές συναντάμε και αμείβοντες χωρίς ελκυστήρα, που ονομάζεται ορφανό ψαλίδι.

Ο σκελετός της στέγης καλυπτόταν με σανίδες (πέτσωμα) και έπειτα κεραμίδια. Στην περίπτωση που είχαμε υπόστεγο για εξώστη, έχουμε και προεξέχοντα ξύλινα στοιχεία από τη στέγη τα οποία ονομάζονται ‘μούτουλα’.

ΕΞΩΣΤΕΣ

Εξώστες της παραδοσιακής μορφής κατασκευασμένοι με ξύλο δεν έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα, και μόνο δείγμα είναι οι σύγχρονες προσπάθειες ανάπλασης με σύγχρονα μέσα, που μαρτυρούν τη χρήση ξύλινων δοκών ως προβόλων από τις δοκούς του εσωτερικού πατώματος

Εξώστες λίθινοι στη στάθμη της εισόδου διατηρούνται ακόμα. Συναντώνται κατά κύριο λόγο σε κτήρια πάνω σε έντονο ανάγλυφο, και ο κάτω από αυτά χώρος είτε είναι πληρωμένος με λίθους είτε έχει κενό χώρο για αποθηκευτικούς σκοπούς