Ο παραδοσιακός τρόπος δόμησης στην ευρύτερη περιοχή της Αρκαδίας παρουσιάζει κάποιες τυπικές παθολογίες οι οποίες οφείλονται κυρίως στα υλικά κατασκευής- τον λίθο και το ξύλο- αλλά και στον ιδιαίτερο τρόπο δόμησης. Γενικότερα η ανάλυση του φέροντα οργανισμού γίνεται ως εξής : αποτελείται από λίθινα στοιχεία, μερικώς η ολικώς επεξεργασμένα, και ξύλινες, περιμετρικές ή εσωτερικές, οριζόντιες και κάθετες ζώνες οι οποίες επιτυγχάνουν τη συνοχή της κατασκευής.
Ο περιορισμός στην καθ ύψος ανάπτυξη του οικήματος λόγω της χρήσης της πέτρας ,ως κυρίως φέρον οργανισμός παρατηρείται μεταξύ 2ου και 3ου ορόφου. Οι καλύτεροι λαξευμένοι ,σε μορφή και σε ποιότητα, λίθοι τοποθετούνται στις γωνίες της κατασκευής ( γωνιόλιθοι ) και πλαισιώνουν τα ανοίγματα και τα υπέρθυρα εξαίροντας και μορφολογικώς τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του οικισμού.
Η θεμελίωση γίνεται με μικρή προεργασία στο έδαφος και ενδεχομένως και επί του φυσικού βράχου. Η δυνατότητα ανάπτυξης σε ύψος περιορίζεται λόγω του φυσικού ανάγλυφου της περιοχής ( έντονες πλαγιές ). Ως κύριες αιτίες παθολογίας των θεμελίων προτάσσουμε την ανιούσα υγρασία και την ανάπτυξη ριζωμάτων που εισερχόμενα από τους αρμούς προκαλούν μετακινήσεις στη συνοχή.
Θέλοντας να αναλύσουμε τις παθολογίες θα ξεκινήσουμε από την ανάλυση των κονιών που αποτελεί το κύριο και βασικό στοιχείο της λιθοδομής. Τα συνήθη υλικά ήταν τοπικά ,φυσικά όπως για παράδειγμα η αργιλώδης λάσπη, η ασβεστοκονία καθώς και άλλα τα οποία ενίοτε ενισχύονταν ανάλογα με τις ανάγκες της εφαρμογής. Τα ενισχυτικά στοιχεία ήταν στην περίπτωση του σοβά ,τρίχες (τραγομαλλο) είτε σε περίπτωση ανάγκης περισσότερο δομικής χρήσης του αργιλοκονιάματος.
Στην ανώτερη τοιχοποιία, κύρια παθολογία είναι οι ρωγματωσεις οι οποίες αναπτύσσονται τόσο στις μακρές πλευρές του κτίσματος όσο και στις γωνίες, με αποτέλεσμα την κύλιση του τοίχου και την πλήρη ρωγματωση του εξωτερικού φέροντος οργανισμού.