Κερατέα (Ομάδα 02)

Συμπεράσματα

Oι εγκαταστάσεις των διαφόρων λαών απο τα παλαιά χρόνια στην Κερατέα είχαν επίδραση στον πολιτισμικό, τον κατασκευαστικό αλλά και στον κοινωνικό χαρακτήρα της περιοχής.

Η Κερατέα συνδέεται άρρηκτα με το περιβάλλον και την τοπική βλάστηση. Όπως αναφέραμε και προηγουμένως οι Κερατιώτες ήταν από πάντα συνδεδεμένοι με την γη και τις καλλιέργειες. Βεβαίως αυτό είναι εμφανές και σήμερα καθώς βρίσκουμε πολλά στρέμματα καλλιεργημένης γης (κυρίως στρέμματα καλυμμένα με ελιές). Λόγω του ότι ο οικισμός εδρεύει στους πρόποδες του Πάνειου όρους υπάρχουν επίσης πολλές δασικές εκτάσεις καθώς και μια κλίση του εδάφους η οποία προσφέρει απαράμιλλη θέα. Επιπρόσθετα το εύκρατο κλίμα της Κερατέας επιτρέπει την ανάπτυξη πολλών δέντρων και φυτών, έτσι το πράσινο στοιχείο είναι άπλετο στην περιοχή και βρίσκεται από τα πεζοδρόμια μέχρι τις πλατείες και τις αυλές των περισσότερων οικοδομημάτων.

Τα διαθέσιμα υλικά του οικισμού είναι αναμφίβολα το ξύλο και ο λίθος, για αυτόν τον λόγο οι παραδοσιακές οικίες αποτελούνται κυρίως από αυτά τα δύο υλικά. Τα υλικά αυτά αργότερα επεξεργάζονταν στο χέρι με πολύ βασικά εργαλεία, καθώς λόγω τουρκοκρατίας η τεχνολογία και οι μηχανές άργησαν να εμφανιστούν στον Ελλαδικό χώρο, και μετέπειτα τοποθετούνταν απο τους μάστορες των οποίων η τεχνογνωσία εξελίσσονταν σταδιακά. Όλα αυτά αποτελούσαν καθοριστικούς παράγοντες για την συνολική ανοικοδόμηση του οικισμού.

Τα χρόνια φτώχειας, η ερήμωση λόγω πολέμων και η μέτρια οικονομική κατάσταση των κατοίκων λειτούργησαν ώς παράγοντες διαμόρφωσης της φυσιογνωμίας του οικισμού. Παράλληλα, η ύπαρξη ορισμένων “μεγάρων” δηλαδή μεγαλύτερων κτισμάτων και φαινομενικά πιο ακριβών μας έφερε στο συμπέρασμα ότι υπήρχαν και μερικές πλούσιες οικογένειες οι οποίες άφησαν στο πέρασμά τους αυτά τα εντυπωσιακά κτίσματα.

Ο αρχικός πυρήνας του οικισμού βρίσκεται στην οικιστική ενότητα του Μπιζανίου. Είναι φανερό πως το παλαιότερο κομμάτι του οικισμού είναι αναρχικά χτισμένο καθώς τα κτίρια είναι τοποθετημένα σε πολύ κοντινή απόσταση χωρίς να ακολουθούν κάποια γραμμή. Οι δρόμοι είναι στενοί και ακολουθούν τις χαράξεις όπου θέτουν τα κτίσματα, ενώ παράλληλα τα οικοδομικά τετράγωνα είναι αρκετά μικρά. Καθώς ο οικισμός αναπτύχθηκε, η πόλη επεκτάθηκε σύμφωνα με το ιπποδάμειο, ορθοκανονικό σύστημα, δημιουργώντας φαρδύτερους δρόμους, μεγαλύτερα οικοδομικά τετράγωνα και μεγαλύτερο κενό μεταξύ των κτισμάτων. Έτσι μπορούμε να συμπεράνουμε οτι η οικιστική ενότητα του Μπιζανίου (καθώς και ένα κομμάτι του Αγίου Δημητρίου) έχει πυκνή δόμηση, κάτι το οποίο στις υπόλοιπες οικιστικές ενότητες δεν παρατηρείται σε τέτοιο βαθμό. Τα παραδοσιακά κτίσματα είναι διασκορπισμένα σε όλο το μήκος του οικισμού όπως καθώς και οι πλατείες οι οποίες αποτελούν ένα σημαντικό στοιχείο της Κερατέας. Τέλος, σε γενικές γραμμές παρατηρείται μια ομοιογένεια μεταξύ των οικιστικών ενοτήτων αφού σε όλες διατηρείται ο βασικός χαρακτήρας του οικισμού.

Ο οικισμός της Κερατέας έχει δεχτεί πολλές μορφολογικές αλλοιώσεις και οικοδομικές παρεμβάσεις, με αποτέλεσμα να χάσει ένα μεγάλο μέρος της αρχιτεκτονικής του αξίας. Μερικές αλλοιώσεις προέρχονται απο την προσπάθεια των κατοίκων να βελτιώσουν τις συνθήκες διαβίωσης έχοντας έλλειψη γνώσεων, οικονομικών πόρων και καθοδήγησης. Άλλες, προέρχονται απο την έλλειψη ενδιαφέροντος και έρευνας των διορισμένων αρχιτεκτόνων ή και των κατοίκων. Παράλληλα, πέρα απο τις αλλοιωτικές επεμβάσεις που έχουν δεχτεί τα ήδη υπάρχοντα κτίρια, τα νέα οικοδομήματα δεν προσπαθούν να διατηρήσουν τον παλαιό αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του οικισμού. Τα νέα κτίσματα φέρουν υλικά που μοιάζουν ξένα για τον τόπο, απαρτίζονται απο πολλους ορόφους και φέρουν μικροαλλαγές οι οποίες δεν συνάπτουν με τον χαρακτήρα του οικισμού και παράλληλα δεν δένουν με το γύρω περιβάλλον.  

Εν κατακλείδι, ο αρχιτεκτονικός χαρακτήρας της Κερατέας έχει αλλοιωθεί σε αρκετά μεγάλο βαθμό, όμως δεν παύει να δημιουργεί στον κόσμο την αίσθηση ότι βρίσκεται σε ένα εκσυγχρονισμένο παραδοσιακό οικισμό ο οποίος κατέχει μεγάλη ιστορική σημασία.