ΤΥΠΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ
Οι κατοικίες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: «τα σπίτια» και τα «πυργόσπιτα» .
Τα «σπίτια», με συνηθέστερο τύπο το λεγόμενο «μακρυνάρι», είναι συνήθως διώροφα. Στον κάτω όροφο βρίσκονταν τα ζώα και γινόταν η αποθήκευση των αγαθών, ενώ στον επάνω όροφο διακρίνονταν τέσσερις χώροι: Η είσοδος ή «παπούτσι», το «χειμωνιάτικο» ή «γωνιά» ή «φωτογωνιά» με το τζάκι, η «σάλα», χώρος υποδοχής επισκεπτών-κοινωνικών εκδηλώσεων, το δωμάτιο ύπνου ή «καμαρούλα», ως μεταγενέστερη προσθήκη.
Στον όροφο εξωτερικά υπήρχε το χαγιάτι, που λειτουργούσε ως χώρος ύπνου το καλοκαίρι και «νεροχύτης» το χειμώνα. Στην αυλή συνήθως βρισκόταν ένα ξύλινο καλύβι, το «κελί» που ήταν φούρνος και καλοκαιρινή κουζίνα. Στα περισσότερα σπίτια υπήρχε και το μπαλκόνι στον όροφο σκεπασμένο με τσίγκο για να διευκολύνει το λιώσιμο του χονιού.
Ξεχώρισαν βέβαια και ορισμένα «σπίτια» τριώροφα, τα «πυργόσπιτα» , όπου ο μεσαίος όροφος ήταν χώρος διαμονής ιδιαίτερα καλαίσθητος και με πλούσια επίπλωση.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των πυργόσπιτων αποτελεί ο οχυρωματικός τους χαρακτήρας, ο οποίος εξυπηρετούσε την ανάγκη προστασίας των κατοίκων κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Μικρά παράθυρα, έλλειψη μπαλκονιών και πολεμίστρες ήταν μερικά από τα στοιχεία προστασίας. Επιπλέον, οι πολεμίστρες αποτελούσαν ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Ήταν ένα βασικό στοιχείο άμυνας των κατοίκων (αμυντικογενής χαρακτήρας). Οι οπές(κατοχύστρες) χρησίμευαν για σκόπευση με το τουφέκι ή τη χύτευση βραστού λαδιού εναντίων των αντιπάλων. Τα στοιχεία αυτά άλλαξαν όταν η ανάγκη για ασφάλεια έπαψε πλέον να υπάρχει.