Ο σημερινός τρόπος ζωής των κατοίκων διαφέρει σε μεγάλο βαθμόαπό τον παλιό. Ο παλιός κάτοικος του Δραπανιά “ήταν αυτάρκης, σχεδόν αυτάρκης, αγόραζε πολύ λίγα πράγματα, ήταν και οι ανάγκες τέτοιες, δεν αγόραζε χαρτί υγείας, δεν αγόραζε χαρτοπετσέτες, είχε την πετσέτα που την έπλενε και την ξαναχρησιμοποιούσε. Δεν είχε κινητό, τηλεόραση, είχε σίγουρα λιγότερα έξοδα, αλλά είχε μάθει να δουλεύει. Δούλευε πάρα πολύ. Όταν λέμε πάρα πολύ, εννοούμε παάρα πολύ!” Οι περισσότεροι άνθρωποί εκείνη την εποχή είχαν τις καλλιέργειες και τα οικόσιτα ζώα τους τα οποία κάλυπταν το μεγαλύτερο ποσοστό των αναγκών τους. Προκειμένου όμως να πραγματοποιηθεί όλος αυτός ο όγκος δουλειάς οι εργασίες μοιράζονταν σε όλα τα μέλη της οικογένειας. Δούλευαν δηλαδή και οι γυναίκες και τα παιδιά.
“Η οικογένεια ασχολούνταν με διάφορα πράγματα, μοιρασμένα στην οικογένεια μέσα, ο κάθε ένας είχε τον ρόλο του. Ο πατέρας πήγαινε, θα φρόντιζε για το φαγητό, το κηνύγι και τα λοιπά, οι γυναίκες πέρα από την κουζίνα και τα του σπιτιού, ρούχα, πράγματα ότι κάνει μια γυναίκα για το νοικοκυριό της, είχε και εξωτερική ασχολία, δηλαδή θα μπορούσε να έχει 10 κατσίκια στην πάρτη της να τα φροντίζει. Θα είχε τα κουνέλια, τις κότες της, όλα αυτά τα πράγματα. Δηλαδή κρέας δεν αγοράζανε ποτέ. Ήταν αυτάρκης από φαγητό, ένα 99% αυτάρκης, δηλαδή να αγόραζαν ένα καφέ, μία ζάχαρη. Πετρέλαιο φωτιστικό. Δεν θυμάμαι άλλα πράγματα να αγοράζουν. Και αν αγοράζανε κανά πανί μια φορά στα πέντε χρόνια, να κάνουνε κανά παντελόνι. Έτσι θυμάμαι την ζωή εγώ.”
Οι περισσότεροι κάτοικοι του Δραπανιά ήταν εργάτες γης. “Αν δεν είχες δικά σου να δουλέψεις θα πήγαινες κάπου αλλού να δουλέψεις. [...] Δηλαδή αν τώρα κάποιος έχει 100 ελιές ή 200 ελιές δεν μπορεί να ζήσει με αυτά πρέπει να δουλέψει και σε άλλα.” Οι ιδιοκτησίες οι μεγάλες ανήκαν σε ορισμένες οικογένειες και οι υπόλοιποι κάτοικοι δούλευαν σε αυτούς, έχοντας παράλληλα και την δική τους μικρότερη περιουσία για τα προς το ζην.
Επομένως η έννοια της συλλογικότητας, του κοινού όφελους και η αξία της οικογένειες διέθεταν ιδιαίτερα σημαντική θέση στην νοοτροπία των ανθρώπων της εποχής. Οι οικογένειες ήταν συνήθως πολυμελείς και είχαν κατά μέσο όρο έξι με εφτά παιδιά. Όπως πληροφοριθήκαμε από πολλούς κατοίκους του χωριού τα παιδιά ήδη από παλιά φεύγανε από το χωριό λίγο μετά την ενηλικίωσή τους είτε για να δουλέψουν, είτε για να μορφωθούν ή ακόμα για να κλεφτούν! Όπως ο κ. Γιώργος και η κα.Ζωή που ήρθαν πριν 80 χρόνια στον Δραπανιά να ξεκινήσουν την ζωή τους μαζί. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το γεγονός ότι όλοι ανεξαιρέτως των ανθρώπων που συμβουλευτήκαμε είχανε φύγει για ένα διάστημα από τον οικισμό και επιστρέψαν σε μεγαλύτερη ηλικία.
Η ιεραρχία στην οικογένεια είναι αμφιλεγόμενη, καθώς κάποιοι κάτοικοι υποστηρίζουν οτί είναι πατριαρχική ενώ άλλοι μητριαρχική . Ο κύριος Γιώργος που υποστηρίζει την πρώτη άποψη αναφέρει “Ο πατέρας. Αλλα περισσότερο οι γυναίκες είχανε περιουσιακά στοιχεία εδώ και οι περισσότεροι άντρες δεν ήταν ντόπιοι, ήταν "σόγαμπροι" από άλλα μέρη και παντρευτήκανε εδώ, κατάλαβες; Κι έτσι είχανε λόγο και οι γυναίκες, στα περιουσιακά,”. Ο κύριος Γιάννης απ'την άλλη επισημαίνει: “Συνήθως οι οικογένειες εδω πέρα ήταν μητριαρχικές. Οι μάνες. Η κουζίνα κάνει κουμάντο! Οι μεγάλες αποφάσεις απ'ότι ξέρω εγώ παίρνονται στην κουζίνα.[...] Αυτή έκανε τον προγραμματισμό.”
Συμπερασματικά με την πάροδο του χρόνου γίνεται ακόμα περισσότερο αισθητή η αλλαγή στην καθημερινότητα και τις αξίες των ανθρώπων. Γεγονός λογικό δεδομένου της διαρκώς εξελισσόμενης κοινωνίας και ταυτόχρονα εν μέρη στενάχωρο λόγω της πληθώρας ικανοτήτων και ασχολιών που είχε ο τότε κάτοικος σε σχέση με τον σύγχρονο έλληνα.