Ερευνώντας τις επεμβάσεις του οικισμού, καταλήγουμε πως τα κριτήρια τα οποία ταξινομούμε κάθε κτήριο στον αντίστοιχο βαθμό αλλοίωσης (βλ. χαρτη αλλοιώσεων), είναι:
α) Αν αυτό το κτήριο δεν έχει υποστεί καμία επέμβαση στον αρχικό του πυρήνα τότε δεν υπάρχει και αλλοίωση (πχ. Ερείπια)
β) Αν το συγκεκριμένο κτήριο έχει υποστεί ήπια επέμβαση, δηλ. η προσθήκη μιας ελαφριάς κατασκευής, (πχ. Πέργκολα), δηλ. μπορεί να αναστραφεί, τότε έχει υποστεί ήπια αλλοίωση.
γ) Αν εν τέλει το κτήριο έχει υποστεί έντονη επέμβαση (πχ. προσθήκη ορόφου), τότε χαρακτηρίζεται ως μεγάλη και μη αναστρέψιμη αλλοίωση.
Σύμφωνα με της πηγές μας αλλά και με την επί τόπου παρατήρηση ο Μάκρωνας αποτελούσε ένα μεγάλο ενετικό συγκρότημα που κατά καιρούς στέγαζε τοπικούς άρχοντες. Μετά την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους διάφοροι ντόπιοι εγκαταστάθηκαν στο ενετικού χαρακτήρα συγκρότημα διαιρώντας το σε επιμέρους ιδιοκτησίες με αποτέλεσμα να αλλάξει τελείως ο αρχικός του χαρακτήρας. Δεν αποτελεί πλέον ένα ενιαίο συγκρότημα αλλά ένα σύνολο από ανεξάρτητες μεταξύ τους κατοικίες.
Μέσα από το πέρασμα του χρόνου οι ανάγκες των κατοίκων άλλαξαν με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να προσαρμόσουν τα ενετικά κελύφη στις ανάγκες τους, (προσθήκη επιπλέον χώρων πάνω ή δίπλα στα ενετικά κελύφη, αλλαγή της μορφολογίας των αρχιτεκτονικών και δομικών στοιχείων κ.λπ.). Η αλλαγή όμως αυτή δεν κινήθηκε στα πλαίσια διατήρησης του αρχικού χαρακτήρα του οικισμού. Η μέριμνα για συνύπαρξη του παλιού και του νέου και η έννοια της ένταξης της σύγχρονης κατασκευής στο παραδοσιακό περιβάλλον απουσιάζει, αφού τα χρόνια που έγιναν αυτές οι επεκτάσεις καθώς και η αρκετά αποκομμένη περιοχή του οικισμού, δεν επέτρεπαν την αποπεράτωση αυτών των επεμβάσεων υπό την καθοδήγηση κάποιου ειδικού.
Παρατηρείται μία άναρχη επέκταση της ήδη υπάρχουσας ιδιοκτησίας σε όλη την έκταση του οικισμού. Αυτό έγινε διότι το ενετικό υπόβαθρο δεν επέτρεπε σχεδιασμένη και αρμονική επέκταση, επομένως οι κάτοικοι προσέθεταν χώρους όπου αυτό επιτρεπόταν. Συνολικά μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι συγκριτικά με τον αρχικό ενετικό πυρήνα, η κλίμακα του οικισμού έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Στις μονώροφες κατοικίες προστέθηκε ένας επιπλέον όροφος τον τελευταίο αιώνα.
Ενδιαφέρον ακόμη αποτελεί το γεγονός ότι δεν διατηρήθηκε ο τοπικός τρόπος δόμησης και τα υλικά, αλλά έγινε εκτεταμένη χρήση του νεοφερμένου τότε οπλισμένου σκυροδέματος, το οποίο σε συνδυασμό με άλλες επιρροές από τον ευρύτερο ελληνικό χώρο (αντικατάσταση των οριζοντίων δωμάτων με στέγες) αλλοίωσαν ακόμη περισσότερο των οικισμό.
Οι επεμβάσεις αυτές συνοδεύτηκαν από αλλαγές στον μορφολογικό χαρακτήρα τμημάτων των ενετικών κελυφών όπως αλλαγές στις αναλογίες των ανοιγμάτων, κατάργηση ορισμένων από αυτά ή και διάνοιξη νέων.
Χαρακτηριστική, ακόμη, μορφολογική αλλοίωση αποτέλεσε το γεγονός ότι οι κάτοικοι προσέθεσαν μεγάλου πάχους επίχρισμα στις τοιχοποιίες, κάτι που το συναντάμε σε πολλούς παραδοσιακούς οικισμούς σε ολόκληρο το νησί. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε πως το αρχικό συγκρότημα είτε δεν είχε επίχρισμα, είτε είχε μια πολύ λεπτή στρώση.
Όπως έχουμε ήδη δει και από την παραπάνω τεκμηρίωση των επεμβάσεων στον οικισμό πρόκειται για ένα αρκετά αλλοιωμένο σύνολο κατοικιών. Συγκεκριμένα, η αλλοίωση είναι τόσο έντονη , που ο αρχικός χαρακτήρας του οικισμού αρχίζει να φαίνεται έπειτα από επίσκεψη στους εσωτερικούς χώρους των ξεχασμένων ισογείων των κατοικιών, είτε από κάποια ερείπια κτήρια που υπάρχουν διάσπαρτα στον οικισμό. Δεν θα μπορούσαμε λοιπόν να ισχυριστούμε πως ο οικισμός του Μάκρωνα έχει κάποιον συγκεκριμένο χαρακτήρα, μιας και πρόκειται για ένα συνονθύλευμα από στοιχεία πολλών δεκαετιών, και πολλών αιώνων.