Οι τοιχοποιίες στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική του Νεοχωρίου κατασκευάζονται αργούς λίθους μέσου μεγέθους . Οι τοιχοποιίες ενισχύονται με ξυλοδεσιές ανά τακτά διαστήματα καθ’ύψος. Για τις γωνίες επιλέγονται μεγάλα χοντρολαξευμένα αγκωνάρια και για τα πλαίσια των ανοιγμάτων κάποια περισσότερο προσεγμένα. Το χτίσιμο γινόταν σε δύο πρόσωπα, το έξω απαιτούσε περισσότερη προσοχή ως όψη του κτιρίου ενώ το μέσα λιγότερη αφού τις περισσότερες φόρες σοβατιζόταν. Το κενό ανάμεσα στα δύο πρόσωπα γεμίζονταν με λιθοθραύσματα (μικρές πέτρες, μπάζα ,χώματα και κονίαμα)
Σημαντικό στοιχείο της κατασκευής των τοίχων αποτελούν οι ξυλοδεσιές, ο οποίες βοηθούν στο οριζόντιο «δέσιμο» του κτιρίου δίνοντας στη λιθοδομή τη δυνατότητα να παραλάβει και οριζόντιες δυνάμεις –ωθήσεις. Αποτελούνται συνήθως από δύο διαμήκη ξύλα που τοποθετούνται περασιά στα δύο πρόσωπα του τοίχου και συνδέονται μεταξύ τους με εγκάρσιες κλάπες ανά τακτά διαστήματα, σε ελάχιστες περιπτώσεις τα ξύλα είναι τρία. Ενίοτε η εξωτερική ξυλοδεσιά τοποθετείται πίσω από την πρώτη στρώση λίθων, ώστε να προστατεύεται από τις καιρικές συνθήκες. Οι κλάπες ορισμένες φορές μπορεί να ταυτίζονται και με τα πρωτεύοντα δοκάρια του παταριού. Οι πιο συνηθισμένες θέσεις αυτών είναι το επίπεδο έδρασης των δοκών του πατώματος και της στέγης , το πρέκι, η ποδιά και ενίοτε το μέσο του παραθύρου. Πολλές φόρες τοποθετούνται ξυλοδεσιές και σε άλλα σημεία του τοίχου ανάλογα με τις ανάγκες του. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι συνδέσεις των γωνιακών ξυλοδεσιών που μπορεί να γίνονται είτε με απλή επίθεση είτε μισοχαρακτά.