Στην αρχιτεκτονική του χωριού κυριαρχεί ο τύπος του "στερφογάλαρου" σπιτιού με χαρακτηριστική ιδιαιτερότητα στις εισόδους των κατοικιών. Η κατοικία στο Συρράκο είναι μια επαναλαμβανόμενη μονάδα στη διόρθωση και την ανάπτυξη του οικιστικού συνόλου. Ένα σπίτι που θεωρούνταν αρχοντικό, μπορεί να είναι μεγαλύτερο σε διαστάσεις, να έχει λαμπρότερη κατασκευή, αλλά δεν παύει να είναι μία ομοιότυπη μονάδα στο οικιστικό σύνολο. Η διάρθρωση του χωριού διατήρησε σε άριστη αρμονία τη σχέση φυσικού περιβάλλοντος και χτισμένου χώρου. Επειδή ο οικισμός είχε μεγάλες ισοιψείς κλίσεις, χτίζανε κάθετα και παράλληλα στις ισουψείς και για τον λόγο αυτό το χωριό έχει αμφιθεατρική διάταξη.
Η κατοικία δεν είναι ανεξάρτητη, αλλά υπάρχει η ακολουθία: Κατοικία – πεζόδρομος -βρύση-δημόσιος χώρος. Τα σπίτια είναι με 2 ή 3 ορόφους σε έδαφος με μεγάλη κατωφέρεια (μεγάλη κλίση). Το κύριο υλικό δομής είναι η πέτρα. Ο οικισμός χτισμένος στο χείλος απότομης χαράδρας αποτελεί υπόδειγμα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Το κύριο υλικό δομής ήταν η πέτρα στους τοίχους και η σχιστόπλακα στις στέγες. Η μεγάλη φυσική κλίση του εδάφους οδήγησε στην κατασκευή σπιτιών με δύο ή τρεις ορόφους. Η ανάγκη κλιμακωτής πρόσβασης οδήγησε στην προσθήκη μιας πέτρινης σκάλας, η οποία από τη μια μεριά εφάπτεται στην κύρια οικοδομή και από την άλλη στηρίζεται σε έναν τοξωτό τοίχο. Το άνοιγμα αυτό επέτρεπε την είσοδο των ζώων και των προμηθειών στο κατώγι, που βρισκόταν κάτω από το σπίτι. Ένα από τα πιο γνωστά κτίσματα στο Συρράκο είναι το λιθόκτιστο κτίριο του παλαιού σχολείου του χωριού, το οποίο έχει μετατραπεί στον παραδοσιακό ξενώνα.
Ακόμη έχοντας προνοήσει για πλημμύρες, λόγω του κλίματος της περιοχής, κατασκεύασαν αποχετευτικό σύστημα και σύστημα για τα όμβρια νερά με υπόγειες στοές, το οποίο χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα και αποτελεί ένα είδος αντιπλημμυρικού σχεδίου. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως η ρυμοτομία του οικισμού δεν έχει αλλάξει από τα πρώτα στάδια κατασκευής του, αφού μετά την εγκατάσταση των κατοίκων που ακολούθησε την καταστροφή κατά την επανάσταση του 1821, τα νέα κτίσματα χτίστηκαν πάνω στα παλιά θεμέλια.