Αλαμανιά

Περιγραφή και Ανάλυση Τοπικού Δομικού Συστήματος

Το τοπικό σύστημα κατασκευής του οικισμού της Αλαμανιάς αξιοποιεί την μορφολογία του εδάφους και αναπτύσσει το κτισμένο του σύνολο ακολουθώντας την χαρακτηριστική κλίση. Κάθε κτίσμα είναι προσαρμοσμένο στο δικό του «κομμάτι γης», κατασκευασμένο από τα υλικά του τόπου. Η κατασκευή ακολουθεί τα παραδοσιακά Ανδριώτικα πρότυπα, με οριζόντια δώματα, φέροντες πέτρινους τοίχους και ξύλινα συμπληρωματικά δομικά στοιχεία.

ΣΤΕΓΕΣ

Χαρακτηριστικό της παραδοσιακής Ανδριώτικης αρχιτεκτονικής είναι τα επίπεδα δώματα. Η κατασκευή ξεκίναγε με την εύρεση της κατάλληλης ξυλείας και την επεξεργασία της. Συχνή είναι η χρήση κορμών κυπαρισσιών, λόγω του μεγάλου μήκους τους και της αντοχής τους στον εφελκυσμό. Η κορμοί τοποθετούνταν τις περισσότερες φορές κάθετα στην μακρά πλευρά και πακτώνονταν στους τοίχους του κτίσματος. Σε αρκετές περιπτώσεις, όταν το μήκος είναι αρκετά μεγάλο, συναντάμε υποστηρικτικό κορμό τοποθετημένο κάθετα στη διεύθυνσή τους. Στη συνέχεια συναντάμε δύο διαφορετικούς τύπους επιστρώσεων. Ο πρώτος είναι η επίστρωση με καλάμια (ελαφρύς τύπος) και ο δεύτερος η επίστρωση με σχιστόπλακες μεγάλων διαστάσεων από δοκάρι σε δοκάρι και μικρότερων διαστάσεων για την πλήρωση των κενών (βαρύς τύπος). Έπειτα γινόταν η επικάλυψη από κονίαμα λάσπης, πηλού και άχυρου πάχους 15 – 20 εκ. Το κονίαμα αυτό πρόσφερε την κατάλληλη μόνωση για το κτίσμα, απαιτούσε όμως συχνή συντήρηση. Σε αρκετές περιπτώσεις παρατηρείται η ανώτερη επικάλυψη της στέγης να έχει γίνει επίσης με σχιστόπλακες. Σε μεταγενέστερες επεμβάσεις παρατηρείται η επικάλυψη του δώματος με σκυρόδεμα αφού προηγηθεί τις περισσότερες φορές «ελάφρυνση» με την απομάκρυνση των πλακών και του πηλοκονιάματος.

ΦΕΡΟΝΤΕΣ ΤΟΙΧΟΙ

Οι φέροντες τοίχοι των κτισμάτων κατασκευάζονταν από τοπικούς λίθους διάφορων μεγεθών καθώς και σχιστόπλακες. Η εξόρυξη γινόταν τις περισσότερες φορές επιτόπου στον χώρο του κτίσματος, καθώς και η επεξεργασία τους (ημιλάξευση τις περισσότερες φορές). Η κατασκευή ακολουθούσε τις βασικές αρχές κτισίματος, δηλαδή ταυτόχρονο κτίσιμο των δύο παρειών του τοίχου (εσωτερικά και εξωτερικά) με γεφύρωση ανά διαστήματα με εγκάρσιους λίθους και πλήρωση του ενδιάμεσου κενού με χώμα και μικρές πέτρες. Στις γωνίες του κτίσματος χρησιμοποιούνται λαξεμένοι γωνιόλιθοι κτισμένοι εναλλάξ για καλύτερο «δέσιμο» της κατασκευής. Συνδετικό κονίαμα των λίθων είναι η λάσπη (η οποία με την πάροδο του χρόνου έχει ελαττωθεί με αποτέλεσμα τον σχηματισμό κενών στις τοιχοποιίες και γκρεμίσματα). Το πάχος των τοίχων συνήθως διαφοροποιείται στις κατασκευές (μεγαλύτερες πέτρες στη βάση - μεγαλύτερο πάχος, μικρότερες πέτρες στα ανώτερα τμήματα  - μικρότερο πάχος) και συναντάμε τοίχους πάχους 60 – 90 εκ. ξυλοδεσιές συναντάμε μόνο σε αρκετά ψηλά κτίσματα, όπως σε ορισμένους περιστερώνες.

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΙ ΤΟΙΧΟΙ

Τα εσωτερικά χωρίσματα των κτισμάτων ήταν ελαφρές κατασκευές πάχους 10 – 15 εκ. Κατασκευαζόταν ένας σκελετός από ορθοστάτες και οριζόντιους πήχεις ημιεπεξεργασμένης ξυλείας. Στη συνέχεια ο σκελετός καλυπτόταν από καλάμια τα οποία καρφώνονταν ή δένονταν στους ορθοστάτες. Έπειτα η κατασκευή καλυπτόταν με επίχρισμα από λάσπη, πηλό, άχυρα, τραγόμαλο κτλ («κουρασάνι») και ασβεστωνόταν.    

ΔΑΠΕΔΑ

Στις αγροτικές κατασκευές και οικίες τα δάπεδα των ισόγειων χώρων παρέμεναν με χώμα. Στα «κατώγια» των σπιτιών έριχναν χαλίκια και χώμα μέχρι το ύψος των θεμελίων και στη συνέχεια έριχναν κοσκινισμένο χώμα. Έπειτα πατούσαν το δάπεδο μέχρι να γίνει επίπεδο και σκληρό έτσι ώστε να μην σηκώνεται σκόνη και να μην λερώνουν τους υπόλοιπους χώρους του σπιτιού. Η κατασκευή των ενδιάμεσων δαπέδων, εσωτερικών ή εξωτερικών, ακολουθεί σε γενικές γραμμές αυτή των δωμάτων. Οι κορμοί καλύπτονται με καλάμια ή σχιστόπλακες και στη συνέχεια γίνεται επίστρωση με πηλοκονία. Αρκετά διαδεδομένη σε μεταγενέστερες επεμβάσεις είναι η κάλυψη των δαπέδων με τσιμεντοκονία.

ΑΝΟΙΓΜΑΤΑ

Η κατασκευή των ανοιγμάτων (θύρες, παράθυρα κτλ.) γινόταν με δύο τρόπους.  Ο πρώτος τρόπος περιλαμβάνει τη γεφύρωση του ανοίγματος με τη χρήση 2 ή 3 (ανάλογα το πάχος του τοίχου) ημιεπεξεργασμένων κορμών που πακτώνονταν πλευρικά του. Οι κορμοί επιχρίονταν εσωτερικά ενώ αρκετές φορές έμεναν εμφανείς εξωτερικά. Η χρήση κορμών επέτρεπε τη δημιουργία μεγάλων σε μήκος ανοιγμάτων. Ο δεύτερος τρόπος είναι η γεφύρωση του ανοίγματος με μία λαξεμένη σχιστόπλακα μεγάλων διαστάσεων. Στην περίπτωση που το άνοιγμα προοριζόταν για παράθυρο, τόσο το πρέκι όσο και η ποδιά ήταν γεφυρωμένα με σχιστόπλακες. Σε αρκετές κατασκευές παρατηρούμε τον συνδυασμό των δύο τρόπων, με την τοποθέτηση μίας ενιαίας σχιστόπλακας πάνω στους κορμούς. Αρκετές φορές, η σχιστόπλακα αυτή προεξείχε της εξωτερικής παρειάς του τοίχου σχηματίζοντας το «φρύδι», δηλαδή προεξοχή με σκοπό την προστασία από το νερό της βροχής.