Είχαμε την τύχη, να ακούσουμε δια στόματος ενός παλιού μάστορα, του Κωνσταντίνου Σάκκαρη, με κάθε λεπτομέρεια τον τρόπο κατασκευής της στέγης. Μόλις ολοκληρωνόταν το χτίσιμο της πέτρινης κατασκευής στρώνονταν στις παρειές του τοίχου 2 ξύλα με μικρή απόσταση μεταξύ τους (στρωτήρες) πάνω στα οποία στερεώνονταν όλα τα διαγώνια ξύλα της στέγης. Μετρώντας το 1/3 του πλάτους στο μήκος της κατασκευής και σε ύψος περίπου ένα μέτρο πάνω από την όλη κατασκευή στερεωνόταν ο κορφιάς. Τα διαγώνια ξύλα που στερεώνονταν στον κορφιά έμπαιναν ανά περίπου 60 εκατοστά απόσταση. Τα ξύλα εκείνα που «πιάνουν» στις γωνίες της πέτρινης κατασκευής ονομάζονται - κατά την τοπική διάλεκτο – «μασιές». Ανά περίπου 3 μέτρα χρησιμοποιούνταν οριζόντια ξύλα, οι «τράβες» ή «κόρδες» (ελκυστήρες). Ακριβώς πάνω από τον ξύλινο σκελετό στερεώνονταν λεπτά καλάμια. Ανά 5άδα καλαμιών και για την μεταξύ τους σύνδεση χρησιμοποιούνταν λεπτά κλαδιά δάφνης κομμένα στα δύο. Από πάνω απλωνόταν ένα λεπτό στρώμα λάσπης και κονιάματος για την καλύτερη πρόσφυση των κεραμιδιών, τα οποία έμπαιναν για να τελειώσει η κατασκευή της στέγης.