Ο άνθρωπος για να ικανοποιήσει τις υπαρξιακές του ανάγκες αναζητά να νοηματοδοτήσει την ζωή του. Αυτό εώς τις βιομηχανικές κοινωνίες ο άνθρωπος προσπάθησε να το κάνει συμφιλιωμένος με την φύση, αλλά με ταυτόχρονη ανάγκη για εξερεύνηση ή αλλιώς αναζήτηση προσανατολισμού.
Ιστορικά ο άνθρωπος είχε να αντιμετωπίσει τον πρώτο χώρο, αυτόν που οριοθετείται απο την Γη και τον Ουρανό. Στην πρώτη φάση, ο άνθρωπος μεταφέρει την εικόνα που έχει για τον κόσμο και το φυσικό περιβάλλον του στις κατασκευές του. Ποιά είναι άραγε τα φαινόμενα της φύσης του περιβάλλοντος που αποτέλεσαν αφορμή για την μορφή του ανθρωπογενούς τόπου, και ποιές είναι οι ανάγκες;
ΕΝΟΤΗΤΑ 1: ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ
Η συνάντηση γης και ουρανού είναι μια θεμελιώδης διάκριση που αποτελεί αφετηρία για την υπαρξιακή κατανόηση του τοπίου. Η γη συμβολίζεται με τον οριζόντιο άξονα και ο ουρανός με τον κατακόρυφο, και αποτελεί πρότυπο υπαρξιακού χώρου. Μέσα στο τοπίο υπάρχουν και δευτερεύοντες τόποι που συμπυκνώνουν εξίσου ολοκληρωμένα υπαρξιακά νοήματα, όπως είναι τα δέντρα και τα διάφορα φυσικά “πράγματα”. Τον χαρακτήρα του τοπίου, όμως, τον δίνουν το πώς συντίθενται τα “πράγματα”. Το genius loci είναι το εγγενές “πνεύμα” (χαρακτήρας) του τόπου με το οποίο ο άνθρωπος καλείται να συμβιβαστεί για να ζήσει.
1.1 Η υλική μορφή της φύσης - τα φαινόμενα
O φυσικός τόπος αποτελείται από αλληλοσυσχετιζόμενα πράγματα, διαθέτει δομές και ενσωματώνει νοήματα. Όλη αυτή η διεργασία συντελείται κατά την συνύπαρξη Γης και ουρανού. Ποια είναι τα πράγματα που επηρεάζουν την μορφή του φυσικού τοπίου και άρα την επιλογή του ως τόπο κατοίκησης; Τα υλικά δίνονται απο:
ΤΗ ΓΗ
Στον Πεντάλοφο τα βουνά του προσδίδουν σταθερότητα, το νερό και η βλάστηση μία συνεχή ροή και αλληλοδιαδοχή, και το δάσος στην βάση του περιπέτεια.
ΜΕΤΑΞΥ ΓΗΣ ΚΑΙ ΟΥΡΑΝΟΥ. Τα 4 σημεία του ορίζοντα οργανώνουν την τάξη των πραγμάτων και καθετί παίρνει την θέση του ανάλογα με τις εγγενείς ιδιότητες του. Από Βορρά, Νότο, Ανατολή και Δύση η θέση του Πενταλόφου ορίζεται από βουνά. Όμως, υπάρχει υψομετρική διαφορά μεταξύ τους, στον Βορρά η Γκράντισκα και στην Δύση το Ρουμάνι είναι λίγο ψηλότερα από τα άλλα τρία, με αποτέλεσμα να δημιουργούν ένα όριο προστασίας, και κάπως έτσι ο τόπος γίνεται προσήλιος. Σαν η φύση να το προέβλεψε κι ο άνθρωπος να το κατάλαβε.
ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ. Η ατμόσφαιρα του τοπίου δίνεται από τον χαρακτήρα του υποβάθρου και το φώς, και άρα έχει σχέση με τον ουρανό.
Από κάτω, στη γη δηλαδή, υπάρχει μια ρυθμική εναλλαγή λόφων. Ο άνθρωπος δεν κατακλύζεται από το περιβάλλον, ούτε χάνεται μέσα σε αυτό, συνεχώς μπορεί να έχει εποπτεία και να προσανατολίζεται. Υπάρχουν φυσικά στοιχεία χαρακτηριστικού σχήματος που δίνουν αυτόν τον προσανατολισμό, για παράδειγμα η βραχώδης απόληξη του λόφου της Γκράντισκα, το πλάτωμα με το κλαψόδεντρο, το δάσος και το ρέμα στο βάθος του Ρουμανίου, αλλά ακόμη και ο ήχος του κλπ.
Το ελληνικό τοπίο είναι ποικιλόμορφο με έναν ισορροπημένο τρόπο, ώστε να μοιράζεται η συνεισφορά ουρανού και γής. Οι διακυμάνσεις των σκιοφωτισμών αποκαλύπτουν την γλυπτικότητα του. Δεν είναι άλλωστε παράξενο που το φώς διαχρονικά αποτελούσε σύμβολο για την ανθρωπότητα. Για τους αρχαίους Έλληνες συμβόλιζε το Απολλώνιο πνεύμα (το πνεύμα της λογικής), για τον Χριστιανισμό τον Θεό του Φωτός, και άρα καθόρισε τις μορφές του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Το φως που πέφτει είναι έντονο και ο αέρας καθαρός και αυτό καθορίζει χαρακτηριστικά το υπόβαθρο.
ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ. Ο χρονικός ρυθμός της φύσης συντελείται με την εναλλαγή ημέρας - νύχτας και την διαδοχή των εποχών. Η περιοδικότητα τους συμπαρασύρει την εικόνα του τοπίου (μορφή, σχηματα, χρώματα, υφές), η οποία σπεύδει να την ακολουθήσει. Το άγριο και γυμνό χειμωνιάτικο περιβάλλον διαδέχεται έναν γόνιμο και ανθηρό τόπο.
1.2 Η οργάνωση των φαινομένων της φύσης
Διαπιστώνεται το προφανές, το έδαφος είναι το πιο σταθερό στοιχείο, ο ουρανός το μεταβλητό. Το έδαφος είναι απτό, ενώ ο ουρανός άφταστος.
Το ανάγλυφο έχει δομή και κλίμακα. Στη δομή υπάρχουν στοιχεία που συγκεντρώνουν τον χώρο, (όπως οι 5 λόφοι και τα βουνά), που κατευθύνουν (ρέματα, ποτάμια) και προσδιορίζουν επιμέρους ενότητες. Άλλωστε και η διάταξη του οικισμού παρουσιάζει τις ίδιες αρχές, συγκροτείται γύρω από κέντρα στα οποία κατευθύνουν οι δρόμοι και δημιουργούνται χωρικές ενότητες. Η ιδιαιτερότητα του Πενταλόφου είναι ότι αντιμετώπισε τις ενότητες τμηματικά ως κύτταρο το κύτταρο και όχι ως ένα ενιαίο προαποφασισμένο γενικό σχέδιο το οποίο επιβλήθηκε εκ των άνω.
Στην κλίμακα εμπεριέχονται όλα εκείνα τα στοιχεία που ορίζουν υποτόπους κατοίκησης. Το Βόϊο είναι ένα ορεινό τοπίο μιας συνεχούς αλληλουχίας καμπυλόσχημων κυματοειδών ψηλών λόφων, οι οποίοι περιβάλλουν και διαμορφώνουν καταβυθισμένες χαράδρες και κοιλάδες. Οι μεταβολές του αναγλύφου, της υφής, και των χρωμάτων, δημιουργούν οριοθετημένους χώρους και προσδίδουν με τις διακυμάνσεις τους τον χαρακτήρα του τοπίου. Η βλάστηση είναι έντονη αλλά δεν κατακλύζει το τοπίο γιατί δημιουργεί ξέφωτα. Το φως αποκαλύπτει ή αποκρύπτει τα στοιχεία. Ο ουρανός λοιπόν είναι τόσο μεγάλος όσο και η Γη, ο χώρος δηλαδή από τον οποίο κάθε φορά τον βλέπουμε.
1.3 Το πνεύμα του τόπου
Η σχέση μεταξύ του ουρανού και της Γης είναι αρμονική, κανένα από τα δύο δεν υπερισχύει. Υπάρχει σύνθεση ξεχωριστών στοιχείων, με ανεξάρτητη προσωπικότητα, αλλά όλα φαίνονται ότι γεννήθηκαν στον ίδιο τόπο. Το έδαφος είναι ποικιλόμορφο και ο ουρανός ψηλός, (σε σχέση με άλλα τοπία πεδινα που ο ουρανός χάνει την διάσταση του και νιώθεις ότι υπερισχύει της γης. Στο ορεινό τοπίο του Πενταλόφου υπάρχει μία ισορροπία). Οι καθαρά διαγραφόμενοι λόφοι και τα βουνά με πυκνό δάσος, αλλά και με σημεία πανοραμικής θέας, δίνουν την εικόνα του χώρου με σαφή περιγράμματα και οριοθετήσεις. Η φύση για τον μεσογειακό άνθρωπο μέσα από τις αντιφάσεις της είναι συνέταιρος και φιλικό συμπλήρωμα της ύπαρξής του. Αυτή είναι που τον θρέφει και που δίνει τις αντιφάσεις του. Γι’ αυτό και οι θεοί του στην αρχαιότητα ξεκίνησαν από χθόνιες θεότητες της Γης που έχουν ανθρώπινη μορφή, ενώ οι μετέπειτα θεοί του βρίσκονται στον ουρανό.
ΕΝΟΤΗΤΑ 2: ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΗΣ ΤΟΠΟΣ
“Οι δαιμονικές δυνάμεις τιθασεύονται όταν τους παρέχεται κατοικία”. Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική μέσω συγκεκριμενοποίησης ή υλικής μορφοποίησης των φυσικών δυνάμεων έφτιαξε χώρους.
2.1 Η υλική μορφή του ανθρωπογενούς τόπου
Αναφορικά με τα υλικά που χτίζουν το συγκεκριμένο ανθρωπογενές περιβάλλον θα διατηρήσουμε δύο σχήματα. Το πρώτο αναφέρεται στην μεγαλιθική αρχιτεκτονική και στις επόμενες περιόδους που οι μεγάλοι λίθοι μπορούσαν να συμβολίσουν το στέρεο και το πάγιο εδάφος του βουνού, και οργανώνονταν με λογική, για να δημιουργήσουν ένα τεχνητό σπήλαιο. Το δεύτερο αφορά την ιδέα του Παράδεισου που περιγράφεται ως ένας περίκλειστος κήπος. Σε αυτόν συλλέγονται στοιχεία της φύσης, περιέχεται το δέντρο της Ζωής και υπάρχουν πηγές με τρεχούμενο νερό. Στην αρχιτεκτονική του Πενταλόφου φαίνεται ότι υπήρχαν και τα δύο. Αυτό που διαπιστώνεται σε όλες τις κλίμακες του χώρου (από το σώμα του οικισμού εώς και την μονάδα του κτιρίου) είναι η ύπαρξη λίθου και νερού. Ο λίθος στο επίπεδο του οικισμού φαίνεται με τα καλοφροντισμένα δαιδαλώδη πέτρινα καλντερίμια, τα οποία περιβάλλονται απο πέτρινες μάντρες και πεζούλες, και οδηγούν σε πέτρινα υπόστεγα που προφυλάσσουν τις κρήνες. Το νερό όμως δεν μένει εκεί, ακολουθεί τον ενδιάμεσο αύλακα στα μονομάτια και ρέει πίσω προς τον οικισμό. Σε επίπεδο κτισμάτων η αρχιτεκτονική χρησιμοποιεί αυτά τα δύο στοιχεία, αλλά προσθέτει και ένα πιο εκλεπτυσμένο, το ξύλο. Το ίδιο το κτίσμα στέκει βαρύ αλλά όχι αδιαπραγμάτευτο. Τα ξύλα το ζώνουν και του δημιουργούν δυνατότητες για προσθήκες. Η πέτρινη περίβολος συνοδεύει το κάθε κτίσμα και ορίζει το εσωτερικό της αυλής, στο οποίο το νερό παίζει κεντρικό ρόλο, αφού τροφοδοτεί τις λειτουργίες, βοηθητικές και μη, του σπιτιού.
Η Τάξη των υλικών και η σχέση της με την κοσμική τάξη. Η ανάγκη είναι η δημιουργία ενός κελύφους προστατευτικού από την φύση. Όλη η αναζήτηση γίνεται γύρω από το πως θα οργανωθούν και θα τοποθετηθούν με τάξη τα υλικά, ώστε να ακολουθήσουν την φύση αλλά και να την οριοθετήσουν. Χαρακτηριστικά αυτό εντοπίζεται και στην σύνθεση του οικισμού. Αυτός προσαρμόζεται στις καμπυλώσεις και τις κλίσεις του αναγλύφου, στις πηγές του νερού, αλλά ακόμα και στα κτίρια, όπου η εικόνα της φύσης επαναλαμβάνεται. Είναι σαν έναν τόπο που βλασταίνει από τα υπόγεια της Γης, υψώνεται με βαρύ ανθεκτικό υλικό και καταλήγει στην δημιουργία ενός ουρανού, την στέγη, βασικό στοιχείο που αποφασίζεται πρώτο, η οποία δίνει την κάτοψη και άρα δημιουργεί τον υποκείμενο χώρο. Συνεπώς ο ουράνιος άξονας του κτιρίου είναι ο κορφιάς και τα κατακόρυφα στοιχεία τον συνδέουν με την Γη. Αυτή είναι και η κοσμική σύνδεση του κτιρίου με την φύση.
Ο ιδιότυπος χαρακτήρας της κατασκευής του κτιρίου και της διάταξης του οικισμού δίνεται από την συνεχή άρθρωση μορφών-στοιχείων, η οποία ποικίλλει και συνδυάζεται με πολλούς τρόπους, με συνέπεια να προκύπτουν αποτελέσματα με προσωπικότητα. Στον οικισμό τα διάφορα κτίρια προσκολλώνται και αρθρώνονται στον δρόμο με διαφορετικό τρόπο. Το ίδιο συμβαίνει και στο κτίριο, όπου οι όγκοι προσκολλώνται και συνδυάζονται διαφορετικά. Όσο κι αν παρουσιάζονται ομοιότητες που δημιουργούν τυπολογίες, με την πληθώρα τοποθετήσεων των κτιρίων, διαφαίνεται μία μοναδικότητα. Οι παραλλαγές σχημάτων αποδεικνύουν ίσως και την ανάγκη που είχε κάθε κτίστης, να αυτονομηθεί μερικώς και να εκφραστεί.
Το φως συμβολικά για τις θεοκρατικές κοινωνίες είναι η θεία φανέρωση (μικρά παράθυρα πιο ψηλά από το έδαφος, εισάγουν συγκεκριμένο φως και τοποθετούνται όσο πιο κοντά στον ουρανό. Στις εκκλησίες τα παράθυρα είναι στο πάνω μέρος των πλευρικών κλιτών. Κατα αντιστοιχία οι εσωτερικοί χώροι που δημιουργούν στις κατοικίες αποκαλύπτονται με παρόμοιο μυστήριο. Τα ανοίγματα παρακολουθούν τον ρυθμό του φωτός και τις ποιότητές του, και τελικά διαμορφώνεται ένα μυστηριακό εσωτερικό, αρκετά εσωστρεφές. Σε αντιδιαστολή με την σύγχρονη κοινωνία που πολλές φορές αδιαφορεί και απλώς ανοίγει κενά σε τοίχους, η πέτρινη αρχιτεκτονική του Πενταλόφου ξέρει πολύ καλά που θα κάνει ανοίγματα. Εξωτερικά, στον οικισμό το φως παίζει παρόμοιο ρόλο. Καθώς περιδιαβαίνει κανείς τα καλντερίμια μεταφέρεται σε μία άτακτη αλληλουχία κενού πλήρους, απο την θέα - φώς στο κτίριο και ούτω καθ εξής. Δημιουργούνται έτσι ασυνέχειες και άρα διακόπτεται και φανερώνεται το φώς. Οι πλάτανοι, η βλάστηση και η στενότητα των δρόμων, σε συνδυασμό με το ύψος των κτηρίων δημιουργούν συνθήκες δρόσου με ανήλια σημεία, και έτσι δημιουργούν πηγές ζωής μέσα στον χώρο.
Η ζωή είναι αναπόσπαστη από την κίνηση και την μεταλλαγή και άρα από τον χρόνο. Ο δρόμος, το τέρμα του, οι στάσεις, τα πλατώματα, τα κέντρα στα οποία οδηγεί και οι περιοχές είναι δηλωτικά του τρόπου που ρέει ο χρόνος σε κάθε περιοχή. Πάνω στην μορφή των παραπάνω στοιχείων αποτυπώνεται και η σχέση τους με τον χρόνο δηλαδή, οι συνεχείς καμπυλώσεις του δείχνουν έναν δρόμο που δεν ανήκει στην ταχύτητα, στην κίνηση και στο αυτοκίνητο, αλλά έναν δρόμο περιπάτου που ανήκει στον περιπατητή και στην τελετουργία. Φυσικά δεν έχουμε την απατηλή ανάγκη να περιγράψουμε έναν τόπο ηρεμίας και ευδαιμονίας, ούτε να αποδείξουμε ότι αυτή είναι η μορφή της γαλήνης. Ο ρυθμός του δρόμου παρακολουθεί τον ρυθμό της φύσης και δεν τον παραβιάζει. Ο στόχος είναι να τονιστεί κι εδώ ότι ο αγροτικός οικισμός έχει αναπόδραστη σχέση με την γη και τον φυσικό τόπο, κι έτσι το ανθρωπογενές περιβάλλον οφείλει να παρακολουθεί τις αλλαγές του, καθώς το πρώτο έχει περισσότερη δύναμη. Ωστόσο, ο δρόμος κάποιες φορές μοιάζει ανεξάρτητος από το τι συμβαίνει στο σπίτι και κάποιες φορές συμμετέχει ενεργά, αλλά κυρίως εξυπηρετεί την μεταφορά.
2.2 Η δομή του ανθρωπογενούς τόπου
Όπως και η δομή της φύσης έχει στοιχεία που συγκεντρώνουν, κατευθύνουν και επιμερίζουν, έτσι και ο οικισμός και το κτίριο χρησιμοποιούν αυτές τις συνθετικές αρχές . Το πολυκεντρικό σύστημα του οικισμού (κέντρα, διαδρομες, υποενότητες-γειτονιές) επαναλαμβάνεται και εντός του ίδιου του κτιρίου (κρεβάτα/ηλιακός χωρος/δωμάτια, σαλα/διάδρομοι , χώρος ύπνου/χωρος εργασίας/χωρος καθιστικού) .
Ο οικισμός όπως προαναφέρθηκε αποτελείται από τρία βασικά στοιχεία, το κέντρο, τον δρόμο που οδηγεί σε αυτό και τις ενότητες που διαμορφώνονται γύρω του.
Στον Πεντάλοφο το κέντρο δεν είναι ένα, κι αυτό αποτελεί την δύναμη του. Το κέντρο, δηλαδή οι ενορίες, οι οποίες παρ’ ότι κεφαλοχώρι είναι πολύ λίγες και δεν δημιουργούν γύρω τους ισχυρές πυκνώσεις, δηλώνοντας ίσως και μία ανάγκη ανεξαρτησίας τους ή και κριτική τους απέναντι στα συγκεκριμένα πρότυπα. Ο οικισμός εσωτερικά περιέχει υποδιαιρέσεις ή υποτόπους: πλατείες, πλατώματα και γειτονιές. Η γειτονιά γύρω από ένα κέντρο αποτελεί μάλιστα το κύτταρο που η σύγχρονη πολεοδομική έρευνα εστιάζει με μεγάλο ενδιαφέρον στους όρους που την παράγουν. Η ανάπτυξη του οικισμού γίνεται αρθρωτά σε ένα συνεχές, αλλά τεθλασμένο σύστημα δρόμων με αφετηρία τα κέντρα-ενορίες. Ο Λαβύρινθος υπάρχει κατά τόπους αλλά συγκρατημένα και συνδυάζεται με μια γραμμική, κατά μήκος των υψομετρικών γραμμών, ανάπτυξη.
Στην δομή των κατοικιών διαπιστώνονται δύο πράγματα, αφ’ ενος είναι ένα εσωστρεφές συνολο συμπληρωματικών κτισμάτων γύρω από μία αυλή κλειστή προς τον δρόμο αφ ‘ετέρου είναι ένα πολυκεντρικό κτίσμα όπου καμμία λειτουργία δεν υπερτερεί της άλλης. Αναφορικά με την εσωστρέφεια, ο χαρακτήρα της κατασκευής αναδεικνύεται από τον σκελετό, ο οποίος τονίζει την αγκύρωση του κατακόρυφου συμπαγούς άξονα στο σώμα της Γης. Ο βράχος του εδάφους, που λατομεύεται επιτόπου επιγείως και υπογείως, γίνεται γεωμετρικοποιημένος λίθος και ξεκινάει να κτίζεται. Ο λαξευμένος πλέον λίθος, τοποθετείται κατάλληλα και με αυστηρότητα υπολογισμένος, ανεβαίνει ψηλότερα (“βλασταίνει”) για να δεχθεί το φώς. Η γενική μορφή του σκελετού είναι ογκώδης, συμπαγής και κλειστή με ισχυρή βάση, τις περισσότερες φορές, την ίδια την επιφάνεια της γης. Τα παράθυρα έχουν μία ποικιλία μεγέθους και τοποθετούνται ανάλογα με τον προσανατολισμό και την σχέση τους με την αυλή, η οποία αποτελεί κρίσιμο σημείο αναφοράς για την λειτουργία της κατοικίας. Η σχέση της κατοικίας με τον δρόμο δεν είναι ελκτική. Ο δρόμος πολλές φορές διαχωρίζει τα σπίτια και τα αυτονομεί παρά τα συνενώνει. Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι οι είσοδοι των αυλών των σπιτιών δεν είναι αντικριστά στις περισσότερες περιπτώσεις. Αυτό ίσως δεν είναι άσχετο και από τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον δημόσιο χώρο και την δημόσια συναναστροφή ο χριστιανικός και μουσουλμανικός κόσμος, ο οποίος στρέφεται στον εσωτερικό χώρο ως αποκάλυψη του κόσμου.
Η έννοια της πολυκεντρικότητας εντοπίζεται στο ότι η κατοικία αποτελείται από πληθώρα χώρων και υποχώρων. Αυτό γίνεται αντιληπτό τόσο στην πληθώρα υποστηρικτικών κτισμάτων από τα οποία εξαρτάται η κατοίκηση, όσο και στην εσωτερική τους διαμόρφωση. Στην εσωτερική διάταξη εμφανίζονται υποδιαιρέσεις που διαμορφώνουν πολλές φορές ελαφριές κατασκευές (δηλωτικό της μεταβλητότητας). Ο χώρος υποδοχής (σάλα) σε διασπείρει σε χώρους εργασίας, ύπνου, προσήλιους χώρους διημέρευσης κτλ. Στα εσωτερικά των κτιρίων περιέχονται αντικείμενα και τεχνήματα με λεπτότητα επεξεργασμένα που δηλώνουν έναν κόσμο κρυμμένο και περίτεχνο με διάφορες νοηματοδοτήσεις του κατοικείν.
2.3 Το πνεύμα του ανθρωπογενούς τοπίου
Η σχέση του οικισμού και του κατοίκου με το φυσικό περιβάλλον είναι ανοιχτή, αλλά και ασφαλής, καθώς ο οικισμός βρίσκεται σε στρατηγική θέση. Οι συνέχειες και οι ασυνέχειες, η απουσία μονότονης επανάληψης, η απουσία συγκεκριμένης σύνδεσής τους με τον δρόμο, δεν δηλώνουν αδυναμία συνοχής του οικισμού, αλλά αντιθέτως την πληθώρα δυνατοτήτων για προσθήκες και παραλλαγές που έχει ο σχεδιασμός τους. Άλλωστε όσο πιο πολυποίκιλο είναι ένα οικοσύστημα, τόσο πιο ανθεκτικό και ισορροπημένο είναι.
Ωστόσο, κάθε κτίριο έχει ακριβή γεωμετρική τάξη αντιστικτική προς της ποικιλομορφία του τοπίου σε πρώτη ανάγνωση. Οι όγκοι των κτισμάτων είτε τοποθετημένοι οριζόντια είτε κατακόρυφα στις υψομετρικές γραμμές υψώνονται πάντα προς την κατακόρυφο δημιουργώντας σημεία-τόπους στον ρέοντα χώρο που μοιάζουν σαν “φυτρωμένα” σήματα. Η απόσταση μεταξύ αυτών είναι δηλωτική για τις σχέσεις μεταξύ τους, την ανάγκη σχετικής εγγύτητας αλλά και ανεξαρτησίας τους με διακριτή προσωπικότητα. Ο κάθετος και ο οριζόντιος άξονας έχουν αφηρημένη παρουσία, βρίσκονται όμως σε κατασκευαστική λογική ισορροπία.
Η σύλληψη της σύνθεσης αντιμετωπίζει το σύνολο του όγκου και δεν περιορίζεται στην πρόσοψη. Η βαριά αδιακόσμητη εξωτερική δομή υπερτερεί. Ο διάκοσμος εξωτερικά υπάρχει δηλωτικά και σε συγκεκριμένα σημεία για να τονίσει ή να “κρύψει” τα σύμβολα, ενώ τα λιθανάγλυφα χρησιμοποιούνται για να τονίσουν κι άλλες σκέψεις ακόμη και για την ύπαρξη. Ο εσωτερικός διάκοσμος όπου υπάρχει κρύβει ένα πλήθος συμβόλων και μορφών που έχουν μία ιστορία. Σίγουρα κάποιος υποψιασμένος εξερευνητής μπορεί να τα ανακαλύψει.