Παιανία

Συμπεράσματα

Επίλογος

Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική στηρίζεται στην συνέχεια. Είναι αρχιτεκτονική με ήθος που αφορά την διαιώνιση και τη διάρκεια. Πρόκειται για ομοιόσταση που αφομοιώνει τις αλλαγές και προσαρμόζεται.

Η έννοια και το πνεύμα του τόπου (genius loci) είναι ζωτικής σημασίας για την διατήρηση της «ψυχής» ενός παραδοσιακού οικισμού στο χρόνο. Ωστόσο, στις μέρες μας όλο και περισσότεροι παραδοσιακοί οικισμοί μοιάζουν να αποκλίνουν από το ρίζωμα. Οι πραγματικές αξίες του τόπου επισκιάζονται κάτω από δομικά ανεξάρτητα και εμβόλιμα κελύφη που στον βωμό της σύγχρονης λειτουργικότητας κι ευκολίας στο σύνολο τους θυσιάζουν την φυσιογνωμία του τόπου και το ειλικρινές βίωμα του χώρου.

Η χαρακτηριστική εσωστρέφεια του οικισμού της Παιανίας στις μέρες μας μοιάζει να αντικαθίσταται από εξωστρέφεια. Οι αξίες του παρελθόντος συνεχίζουν να διεκδικούν μια θέση στο μέλλον, ωστόσο δεν μετατοπίζονται στο σήμερα με συνέπεια και ειλικρίνεια δομής.

 

Η οίκηση στην Αττική και τη Φραγκοκρατία ήταν διάσπαρτη σε όλη της την έκταση. Στη πεδιάδα των Μεσογείων ήταν ιδιαίτερα πυκνή, ενώ αραίωνε στα ΒΑ σύνορα με τη Βοιωτία.

Με βάση τα κοινωνικό πολιτιστικά γεγονότα της εποχής, σχετικά πάντα με το καθεστώς της δουλείας, η οικιστική διευθέτηση δεν ήταν ανεξάρτητη από τα συμφέροντα του κατακτητή, του οποίου ο στόχος είτε στρατιωτικός, είτε οικονομικός, καθόρισε το πλαίσιο της ζωής των κατοίκων και το άμεσο ευρύτερο περιβάλλον τους.

Οι καινούριοι οικισμοί χτίζονται στις ήδη κατοικημένες περιοχές από κατοίκους διαλυμένων τσιφλικιών ή σκόρπιων στην πεδιάδα αγροτόσπιτων. Στα Μεσόγεια, για παράδειγμα, παλιοί οικισμοί που αντικαταστάθηκαν με καινούριους, όχι κατ΄ ανάγκη στις ίδιες ακριβώς θέσεις, είναι του Μπούρα, του Μπάλα, του Κόκλα, της Κάντζας, του Ντρασέζα. Όλα αρβανίτικα τοπωνύμια που μαρτυρούν την εθνικότητα των προηγούμενων εποικιστών και συγχρόνως την αρχική κοινωνική συγκρότηση, μια και τα τοπωνύμια αυτά οφείλονται σε αρχηγούς φάρας ή στρατιώτες.

Βέβαια η ανασφάλεια των κατοίκων και ο φόβος τους για τη ζωή και τα αγαθά τους αποτέλεσαν το πλαίσιο για τους εκκολαπτόμενους οικισμούς. Η «έννομη» ή επίσημη κρατική ληστεία, όσο και η παράνομη, οχύρωσαν τους χωρικούς σε «καλύβες», στερημένες από κάποια φροντίδα που θα μπορούσε να θεωρηθεί αποτέλεσμα ευμάρειας.

Η σημερινή έκταση των οικισμών και οι επεμβάσεις σε αυτούς δυσχεραίνουν την αντίληψη της αρχικής δομής τους. Τα μικρά τμήματα που διατήρησαν τον αρχικό χαρακτήρα, όσα δεν έχουν καταστραφεί από την νέα χάραξη  δρόμων, δίνουν την εικόνα οικισμών κατά κάποιο τρόπο οχυρωμένων.

Ψηλές μάντρες περιβάλλουν τις ιδιοκτησίες και εξασφαλίζουν ιδιωτικότητα και τη στοιχειώδη άμυνα (όπως συνέβαινε στα περισσότερα ελληνικά μέρη, ιδιαίτερα στα χρόνια της τουρκικής κατοχής). Αυτές οι πέτρινες οριοθετήσεις των ιδιοκτησιών φτάνουν στο ύψος των σπιτιών και των συμπληρωματικών κτισμάτων τους και δίνουν την ψευδαίσθηση πυκνής και συνεχούς δόμησης. Στην πραγματικότητα, ανάμεσα στα κτίσματα μεσολαβεί μια αυλή της οποίας δυο ή τρεις πλευρές καταλαμβάνονται από τα στεγασμένα κλειστά τμήματα του σπιτιού

Τα ανοίγματα προς το δρόμο είναι σπάνια. Οι δρόμοι δημιουργούνται χωρίς χάραξη ανάμεσα στις ιδιοκτησίες, χωρίς δέντρα, ακανόνιστοι, χωρίς σημεία οπτικών φυγών, με τις μάντρες δεξιά και αριστερά που εμποδίζουν κάθε θέα της ζωής πίσω από αυτές. Μοναδικά σημεία αναφοράς, οι μεγάλες πορτοσιές που συνδέουν τον ιδιωτικό με τον κοινόχρηστο χώρο. Τα υπερυψωμένα κτίσματα του συγκροτήματος ποικίλουν το λιτό και βαρύ πλευρικό όριο των δρόμων.

Μικρές διευρύνσεις του δρόμου δημιουργούνται εμπρός από τις πορτοσιές κι εκεί, σε πέτρινα πεζούλια, γίνεται μια μορφή καθημερινής κοινωνικής επαφής, των γυναικών κυρίως, όμως ευκαιριακή και περιορισμένη.

Γενικά η κλειστή ζωή της «αρβανίτικης» αγροτικής οικογένειας της Αττικής, από τα Μεσόγεια μέχρι τη Σαλαμίνα δεν έδωσε προτεραιότητες σε κοινόχρηστους υπαίθριους χώρους κατά την οικιστική συγκρότηση του οικισμού. Οι «πλατείες» στη πραγματικότητα αποτελούν οδικούς κόμβους μια και προέκυψαν από τις συμβολές  δρόμων ή από τις διευρύνσεις εμπρός από εκκλησίες, από πηγάδια ή άλλα κοινόχρηστα κτίσματα. Σπάνια διαμορφώνονται  (πχ  γύρω από ένα πλάτανο) όπως συμβαίνει σε άλλους οικισμούς για παράδειγμα στο Πήλιο και σε ορισμένα νησιά. [Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική, Τόμος Πέμπτος, Πελοπόννησος Β' - Στερεά Ελλάδα, Εκδοτικός Οίκος "Μέλισσα" 1988]

 

Τα τελευταία χρόνια έχουν ανεγερθεί πολλά νέα κτίσματα στη Παιανία και στο Λιόπεσι. Αυτά, στην πλειοψηφία τους, τείνουν να μιμηθούν και να αναπαραστήσουν τα παραδοσιακά κτίρια του οικισμού. Το αποτέλεσμα  της  νέας ανοικοδόμησης σε ορισμένες περιπτώσεις ενσωματώνεται με τρόπο θετικό στον παραδοσιακό ιστό.  Υπάρχουν όμως και νεόκτιστα κτίρια τα οποία όχι μόνο δε συνάδουν με τον τοπικό χαρακτήρα, αλλά συμβάλλουν και στην αλλοίωση της γενικής εικόνας του.

Τα κτίρια που σέβονται τον υφιστάμενο αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του οικισμού είναι εκείνα τα οποία έχουν κατορθώσει να αναπαράγουν τα παραδοσιακά αρχιτεκτονικά στοιχεία και μοτίβα, χωρίς αλλαγές. Σε αυτή τη περίπτωση, ακολουθείται η τυπολογία που συναντάται στον οικισμό. Τα νέα υλικά χρησιμοποιούνται με σεβασμό τόσο στα υπάρχοντα όσο και στο περιβάλλον που συνδέεται άρρηκτα με τον χαρακτήρα του οικισμού. Οι ανάγκες που επιφέρει ο σύγχρονος τρόπος ζωής προφανώς επιτάσσουν  τη διαμόρφωση νέων χώρων και τη διαφοροποίηση από το παραδοσιακό. Τα νέα κτίρια τα οποία εντάσσονται στο οικιστικό τοπίο χωρίς να προκαλούν την αλλοίωσή του είναι αυτά τα οποία έχουν καταφέρει να συνδυάσουν τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά με το νέο τρόπο ζωής.

Παρατηρούμε όμως και κτίσματα τα οποία αλλοιώνουν το χαρακτήρα του οικισμού εξαιτίας λανθασμένων χειρισμών ή αναπαραγωγών των παραδοσιακών στοιχείων. Ένα μεγάλο μέρος των νεόκτιστων κτιρίων δεν ακολουθεί καμία τυπολογία που συναντάται στην περιοχή. Το σχήμα της κάτοψης και ο όγκος προκύπτει από μια νέα λειτουργική διάρθρωση, η οποία σε καμία περίπτωση δεν συμπίπτει με αυτή της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής.  Η αναλογία κενού- πλήρους των όψεων, με το πλήρες να υπερτερεί στα παραδοσιακά κτίσματα του οικισμού, συχνά διαστρεβλώνεται στα νέα κτίρια τα οποία φέρουν ανοίγματα δυσανάλογα τόσο ως προς το πλήρες κομμάτι της όψης όσο και μεταξύ τους. Η χρήση νέων υλικών με λανθασμένη διαχείριση οδηγεί σε αρνητικά αποτελέσματα. Εμφανίζονται δομικά στοιχεία τα οποία με τα υλικά και την τεχνολογία του παρελθόντος δεν ήταν δυνατόν να υφίστανται. Η ασύμβατη απομίμηση ενός παραδοσιακού στοιχείου διαμορφώνει μια εικόνα η οποία εντάσσεται με δυσκολία στον χαρακτήρα του οικισμού.