Παιανία

Ιστορικά στοιχεία.

Φωτογραφία του 1950 από τον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής. (Πηγή: Φωτογραφικό Αρχείο Παναγιώτη Δάβαρη)Φωτογραφία από την εγκατάσταση δικτύου ύδρευσης το 1948. (Πηγή: Φωτογραφικό Αρχείο Παναγιώτη Δάβαρη)Φωτογραφία την κατασκευή πεζοδρομίων το 1950. (Πηγή: Φωτογραφικό Αρχείο Παναγιώτη Δάβαρη)Φωτογραφία από τον οικισμό της Παιανίας τη δεκαετία του 1950. (Πηγή: Φωτογραφικό Αρχείο Παναγιώτη Δάβαρη)

Η ονομασία Παιανία είναι αρχαιοελληνική και ήταν το όνομα αρχαίων οικισμών της Πανδιονίδας (περιοχή της Αρχαίας Αττικής και φυλή της αρχαίας Αθήνας). Η περιοχή ήταν διαμοιρασμένη σε δύο κυρίως οικισμούς, και δύο δήμους, με ονομασίες «Καθύπερθεν Παιανία» (Άνω Παιανία) και «Υπένερθεν Παιανία» (Κάτω Παιανία). Η αρχαία Παιανία ήταν ο τόπος καταγωγής πολλών σημαντικών προσώπων, όπως του ρήτορα Δημοσθένη, του Ρίνωνα (πολιτικού και στρατηγού), του Καλλικράτη (ενός εκ των δύο αρχιτεκτόνων του Παρθενώνα), του Φίλωνα (κήρυκα της Δήλου). Η περίοδος μεγάλης ακμής της ήταν από τον 5ο έως τον 3ο αιώνα π.Χ. Εκείνη την περίοδο αποτελούσε έναν από τους πέντε μεγαλύτερους δήμους της Αττικής. Μετά τον 3ο π.Χ. αιώνα άρχισε σταδιακά η παρακμή της, όμως ως οικισμός δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ.

Και οι δύο δήμοι, ως μέλη αρχικά της Πανδιονίδας φυλής, συμμετείχαν στην αρχαία Βουλή των 500, κατά την πρώτη περίοδο (508 – 307/306 π.Χ.). Με 1 βουλευτή ο δήμος της Καθύπερθεν Παιανίας και με 11 βουλευτές ο δήμος της Υπένερθεν Παιανίας. Κατά τη δεύτερη περίοδο (307/306 – 224/223 π.Χ.) ως και την τρίτη περίοδο (224/223 – 201/200 π.Χ.) ο δήμος της Καθύπερθεν Παιανίας ενσωματώθηκε στην Αντιγονίδα φυλή με 1 βουλευτή στη Βουλή των 600, ενώ ο δήμος της Υπένερθεν Παιανίας παρέμεινε στην Πανδιονίδα φυλή, αλλά με 22 βουλευτές. Μετά την κατάργηση και διάλυση των «μακεδονικών φυλών» (Αντιγονίς και Δημητριάς) ο δήμος της Καθύπερθεν Παιανίας επανήλθε ξανά στην Πανδιονίδα φυλή, κατά την τέταρτη (201/200 π.Χ. – 126/127) και την πέμπτη περίοδο (126/127 – 3ος αιώνας).

Η Παιανία στη συνέχεια παρακμάζει βαθμιαία, μέχρι και το τέλος των μεταβυζαντινών χρόνων. Ωστόσο, η περιοχή δεν εγκαταλείφθηκε. Η κατοίκηση της Παιανίας συνεχίστηκε και στα χρόνια που ακολούθησαν. Την αδιάσπαστη συνέχεια της κατοίκησης στην περιοχή έως σήμερα επιβεβαιώνουν, διάφορα μνημεία και σωζόμενα κατάλοιπα από την ρωμαϊκή, την υστερορωμαϊκή και την εποχή του Βυζαντίου (π.χ. οι ναοί της Παλαιοπαναγιάς, του Αγίου Ιωάννη του Κυνηγού, του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου).

Την περίοδο της Λατινοκρατίας (1204 - 1453) ακολούθησε στα Μεσόγεια μια μεγάλη κάθοδος Αρβανιτών που συμβίωσαν με τους αυτόχθονες Παιανείς μετατρέποντας το όνομα της αρχαίας πόλης σε "Λιόπεσι", ονομασία αρβανίτικης προέλευσης, η οποία παρέμεινε κατά την Τουρκοκρατία και για ένα αιώνα ακόμα, ως το 1915, όταν και επανήλθε επίσημα με βασιλικό διάταγμα η αρχική ονομασία Παιανία. Οι Αρβανίτες άποικοι ήρθαν ύστερα από απαίτηση των Λατίνων του Ενετικού δουκάτου των Αθηνών, που ζητούσαν εργατικά χέρια για τα χωράφια και βαθμιαία αφομοιώθηκαν από τον προγενέστερο πληθυσμό. Η ονομασία Λιόπεσι προέρχεται όπως ο Αλέξανδρος Ηρ. Γέροντας, γράφει «Εκ του «Λιόπεσς» δηλαδή του βουστασίου, καθώς λιόπα αλβανιστί λέγεται η αγελάς». Ο Χ. Π. Συμεωνίδης αναφέρει σχετικά: Λιόπεσι: το αλβαν. lopesi (< lope – α «αγελάδα»), «τόπος όπου σταβλίζονται αγελάδες, βουστάσιο». Ο Δ. Καμπούρογλου, το μεταφράζει επίσης «βουστάσιο». (Εβδομάς 1887, αρ. 38, 1). Σύμφωνα με τον Ν. Πολίτη, το Λιόπεσι πήρε το όνομα αυτό από τον αρβανίτη, χωροδεσπότη, εποικιστή του 15ου αιώνα Yorgi Lopesi όπως μαρτυρείται από οθωμανικό κατάστιχο των ετών 1507-1528 της Σόφιας και δημοσιεύεται στην πραγματεία "Rural and Urban population in the Sancak of Euripos" της Ευαγγελίας Μπαλτά στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών.

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, οι συνθήκες διαβίωσης ήταν δύσκολες τόσο για τους παλαιότερους κατοίκους της περιοχής όσο και για τους Αρβανίτες, καθώς έχασαν τη γη τους και αποχωρίζονταν συχνά βίαια τα παιδιά τους. Οι δύο πληθυσμοί χάραζαν πλέον κοινή πορεία, η οποία θεμελιωνόταν στην ίδια πίστη, στις ίδιες γιορτές, στο ίδιο κοιμητήρι. Ουδέποτε σημειώθηκε μεταξύ τους η παραμικρή προστριβή. Οι Λιοπεσιώτες είχαν άλλωστε μεγάλη συμμετοχή στην Ελληνική Επανάσταση του 1821 όπου ανέδειξαν οπλαρχηγούς, όπως το Γιάννη Ντάβαρη (πρόκριτος των Μεσογείων, ο οποίος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και πρωτοστάτησε στην προετοιμασία και την έναρξη του Αγώνα στην Αττική) και τον Αναγνώστη Ντάβαρη, με πολλούς αγώνες απέναντι στους Τούρκους και συμμετοχή στην πολιορκία της Ακρόπολης. Τα Μεσόγεια, εκτός από οπλαρχηγούς, μπουλουξήδες και στρατιώτες έδωσαν στη διάρκεια των πολιορκιών της Ακρόπολης “μετρητό και πράγμα”, όπως αναφέρει μια απόδειξη της εποχής που έχει διασώσει ο Δημήτριος Σιδέρης και την έχει περιλάβει στο βιβλίο του “Παιανία”: «Τα χωρία των Μεσογείων συνεισέφεραν εις την πρώτη και δευτέραν πολιορκίαν, εις πράγμα και μετρητά, γρόσια εκατόν εξήκοντα πέντε χιλιάδες και τετρακόσια ογδοήκοντα οκτώ. γρ. χιλ. 165.422, καθώς φαίνονται γεγραμμένα εις τους κώδικας της καταγραφής».

 

Πηγές – βιβλιογραφία

  • Ευάγγελος Ανδρέου, Στ' ανατολικά του Υμηττού, Ημερολόγιο Παιανίας, 2008 - Έκδ. Δημοσθένειος Βιβλιοθήκη Παιανίας
  • Ευάγγελος Ανδρέου, Κληρονομιά φωτός και δακρύων (ντοκιμαντέρ), 2012 - Έκδ. Ευρωπαϊκό Κέντρο Τέχνης
  • Ευάγγελος Κροντήρης, Έως υπάρχω/Λειμωνάριον εόργων, 2016 - EUARCE
  • Κώστας Η. Μπίρης, Αι τοπωνυμίαι της πόλεως και των περιχώρων των Αθηνών, 2006 - Υπουργείο Πολιτισμού
  • Παναγιώτης Στουραϊτης, Το Λιόπεσι στις αρχές της δεκαετίας του 1920 - Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος
  • Σαράντος Ι. Καργάκος , Αλβανοί, Αρβανίτες, Έλληνες, 2008 - Ε. Ι. Σιδέρης
  • Δημήτριος Σιδέρης, Παιανία (Λιόπεσι) : ιστορία - λαογραφία, 1965 - Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος
  • Μαρία Μέξη, Κερασία Ντούνη, Αρχαίος Δήμος Παιανίας Υπένερθεν, νεότερα ανασκαφικά δεδομένα, 2015 - ΕΣΝΑ
  • Γεώργιος Δ. Χατζησωτηρίου, Το 1821 οι Μεσογείτες και ο Γιάννης Ντάβαρης, 1971 - Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος
  • Ευαγγελία Μπαλτά, Rural and Urban population in the Sancak of Euripos - Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών