Συμπεράσματα για τη διάρθρωση των δημόσιων και των ιδιωτικών ελεύθερων χώρων καθώς και για τη μεταξύ τους σχέση, μπορούν δύσκολα να αντληθούν διότι αναλλοίωτα παραδοσιακά κτίσματα σπάνια απαντώνται σε συνδυασμό με άλλα παρόμοια. Εντοπίσθηκαν δύο συγκροτήματα αναλλοίωτων κατοικιών στα οποία ο δημόσιος ελεύθερος χώρος εισχωρεί στον ελεύθερο ιδιωτικό και υπάρχει συχνά επικοινωνία μεταξύ των δύο ιδωτικών αυλών. Το στοιχείο αυτό μαρτυρά πολλά και για το ηθικο-κοινωνικό επίπεδο των κατοίκων του χωριού οι οποίοι ζητούσαν την επικοινωνία με τη «γειτονιά» και δεν προστάτευαν την ιδιοκτησία τους ούτε σε επίπεδο πρόσβασης, ούτε σε επίπεδο ορατότητας ,μιας και οι τοίχοι που χωρίζουν τις ιδιωτικές αυλές δεν ξεπερνούν σε ύψος το 1 μέτρο. Είναι πάντα δομημένοι με λίθους μικρότερους από αυτούς που συγκροτούν τις εξωτερικές τοιχοποιίες και η δόμηση δεν χαρακτηρίζεται από τη μέγιστη επιμέλεια. Αρκετές φορές δεν χρησιμοποιούνταν καν το κονίαμα (μίγμα χώματος-ασβέστη και νερού) για τη σύνδεσή τους αλλά σκέτη λάσπη. Τέλος το μέγεθος των αυλών ξεπερνά πολλές φορές το μέγεθος της ίδιας της κατοικίας, στοιχείο που μαρτυρά πως οι αυλές αποτελούσαν και τον χώρο που φιλοξενούνταν τα ζώα της οικογένειας.
Όσο αφορά στο σήμερα, τόσο τα παραδοσιακά κτίσματα που κατοικούνται, όσο και οι νεόδμητες κατοικίες, ενώ διατηρούν χαμηλό το ύψος των μαντρότοιχων, στους τελευταίους έχουν προστεθεί μεταλλικά κάγκελα, γεγονός που εκφράζει τις νέες ανάγκες των κατοίκων, οι οποίοι παρ’όλα αυτά παραμένουν εξωστρεφείς και πρόσχαροι.