Ο καθορισμός των ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης στη περιοχή της Μεσαριάς γίνεται ακόμα και σήμερα με το πολεοδομικό διάταγμα το οποίο δημοσιεύθηκε με το ΦΕΚ 504 Δ’ / 14 ΙΟΥΛΙΟΥ 1988. Με το παραπάνω διάταγμα, και συγκεκριμένα με το άρθρο 1, γίνεται ο χαρακτηρισμός των παραδοσιακών οικισμών του Νομού Κυκλάδων. Με το άρθρο 2 καθορίζονται, μέσα σε μόλις δύο σελίδες, οι περιορισμοί ως προς την αρτιότητα και οικοδομησιμότητα των οικοπέδων. Επίσης καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι δόμησης οι οποίοι περιλαμβάνουν κλιμακωτό συντελεστή δόμησης και κάλυψης ανάλογα με την επιφάνεια του οικοπέδου, μέγιστο ύψος στα 7,5 μέτρα και ανάπτυξη κτηρίου καθ’ ύψος σε δύο ορόφους. Επιπλέον τίθενται μορφολογικά κριτήρια για το σχεδιασμό των κτηρίων, όπως αναλογίες ανοιγμάτων και καμάρες, ενώ για άλλα πολύ σημαντικά μορφολογικά στοιχεία αναφέρεται ότι θα πρέπει να γίνονται σύμφωνα με τα μορφολογικά πρότυπα της περιοχής, χωρίς επιπλέον κριτήρια.
Το παραπάνω διάταγμα σε καμία περίπτωση δε μπορεί να θεωρηθεί επαρκές. Παρόλο που διαχειρίζεται για πρώτη φορά το παραδοσιακό χαρακτήρα των οικισμών, εν συνεχεία ο τρόπος που αντιμετωπίζει τη σύγχρονη δόμηση σε αυτούς είναι επιδερμικός. Το σύμπλεγμα των Κυκλάδων επηρεάστηκε από διαφορετικά ιστορικά γεγονότα και σε μεγάλο βαθμό από διαφορετικές αρχιτεκτονικές τάσεις. Επίσης παρόλο που βρίσκονται όλα στον ευρύτερο χώρο του Αιγαίου δεν έχουν τα ίδια εδάφη και κατ’ επέκταση τα ίδια προσφερόμενα υλικά προς δόμηση. Διαφορετική παραδοσιακή αρχιτεκτονική βρίσκει κανείς ακόμα και μέσα στο ίδιο νησί με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη Σαντορίνη. Η δημιουργία ενός ενιαίου πολεοδομικού διατάγματος για όλο το Αιγαίο είχε σαν αποτέλεσμα να δημιουργήσει μια νέα ‘’κυκλαδίτικη’’ αρχιτεκτονική αφήνοντας επιμέρους την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του εκάστοτε οικισμού. Επίσης ο μη καθορισμός ειδικότερων μορφολογικών και κατασκευαστικών στοιχείων για κάθε οικισμό έδωσε περιθώρια για παραφωνίες. Τέλος κάποιες διατάξεις, όπως πλάγιες αποστάσεις κτηρίων, δε συνάδουν σε τίποτα σε σχέση με τη παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Μεσαριάς με αποτέλεσμα να λειτουργήσουν αντίστροφα από την αρχική πρόθεση του νομοθέτη που ήταν η εξασφάλιση του παραδοσιακού χαρακτήρα των οικισμών.
Προσφάτως μέσω του ΝΟΚ έγινε για πρώτη φορά αναφορά με νομοθετικό πλαίσιο στα υπόσκαφα κτήρια. Δίνονται κίνητρα για την υλοποίηση τέτοιων κτισμάτων, αύξηση συντελεστή δόμησης, αλλά δεν επιμερίζονται οι συνθήκες και τα μορφολογικά στοιχεία ανάλογα με τη περιοχή κατασκευής. Πιθανότερο είναι να δούμε μία έξαρση κατασκευής υπόσκαφων κτηρίων σε όλη την Ελλάδα, παρά μια αναβίωση της πρωτογενούς αρχιτεκτονικής των υπόσκαφων η οποία γεννήθηκε μέσα από της συνθήκες ζωής στο συγκεκριμένο τόπο.